Το καλλιτεχνικό αυτό είδος ήρθε στην επιφάνεια από τον Γάλλο ζωγράφο και γλύπτη Jean Dubuffet, ο οποίος χρησιμοποίησε τον όρο Art Brut (Ωμή Τέχνη), χαρακτηρίζοντας κυρίως τα έργα των έγκλειστων σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Αργότερα, ο κριτικός τέχνης Roger Cardinal, χρησιμοποίησε τον όρο Outsider Art (τέχνη του περιθωρίου ή, πιο ελεύθερα, τέχνη των απέξω), στην οποία σήμερα συμπεριλαμβάνονται και δημιουργίες καλλιτεχνών οι οποίοι δεν υποφέρουν από κάποιο ψυχικό νόσημα.
Κατά κανόνα, αυτοί που εντάσσονται στο ρεύμα έχουν ελάχιστη έως καμία επαφή με τον κόσμο της τέχνης και συχνά χρησιμοποιούν πρωτότυπες τεχνικές ή υλικά. Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν βέβαια τα έργα στα οποία περιγράφονται διάφορες ακραίες διανοητικές καταστάσεις, προβάλλονται αντισυμβατικές ιδέες ή δημιουργούνται περίπλοκοι φανταστικοί κόσμοι.Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι από το 2000 το EUWARD, το Ευρωπαϊκό Βραβείο Ζωγραφικής και Χαρακτικής για Καλλιτέχνες με Πνευματική Αναπηρία συμβάλλει στη διεθνή προβολή αυτού του είδους τέχνης. Όπως επίσης, από το 1992 διοργανώνεται στη Νέα Υόρκη το 'Outsider Art Fair', το οποίο είναι παζάρι με έργα του συγκεκριμένου είδους.
Όπως λοιπόν γίνεται κατανοητό, η τέχνη του περιθωρίου, όπως χαρακτηρίστηκε εξ'αρχής, έχει πλέον αναδειχθεί σε ένα εμπορικά επιτυχημένο είδος-γεγονός. Έτσι, ο όρος πλέον χρησιμοποιείται "καταχρηστικά" για την προώθηση του έργου ανθρώπων οι οποίοι δεν ανήκουν στον "κόσμο της τέχνης", ανεξάρτητα από τις συνθήκες δημιουργίας ή το περιεχόμενο των έργων τους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από το κοινό αλλά και τον καλλιτεχνικό κόσμο για την τέχνη των έγκλειστων σε ψυχιατρικά ιδρύματα, άρχισε να αναπτύσσεται στη δεκαετία του 1920. Ως ορόσημο, μπορεί να θεωρηθεί το 1921, όταν ο Dr. Walter Morgenthaler κυκλοφόρησε το βιβλίο του 'Ein Geisteskranker als Künstler' (Ένας ψυχασθενής ως καλλιτέχνης) εμπνευσμένος από τον Adolf Wölfli, έναν ψυχωτικό ασθενή που παρακολουθούσε. Ο Wölfli είχε αρχίσει αυθόρμητα να ζωγραφίζει, κι αυτή η δραστηριότητα φαινόταν να τον ηρεμεί. Το πιο σημαντικό έργο του είναι ένα εικονογραφημένο έπος 45 τόμων, όπου διηγείται την κατά φαντασίαν ιστορία της ζωής του. Το συγκεκριμένο, αποτελεί ένα μνημειώδες αφιέρωμα στην Art Brut καθότι περιέχει 25.000 σελίδες, 1600 εικονογραφήσεις και 1500 κολάζ. Ο Wölfli δημιούργησε επίσης ένα μεγάλο αριθμό μικρότερων έργων, κάποια από τα οποία πουλήθηκαν ή δωρίθηκαν. Το έργο του εκτίθεται στο Ίδρυμα 'Adolf Wölfli', στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βέρνης. Το 1922 εκδόθηκε επίσης το βιβλίο 'Bildnerei der Geisteskranken' (Τέχνη των ψυχικά ασθενών) από τον Dr. Hans Prinzhorn.
Ο Jean Dubuffet, εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από το 'Bildnerei der Geisteskranken' και άρχισε να συλλέγει τέτοια έργα τέχνης, τα οποία χαρακτήρισε με τον όρο 'Art Brut' (ωμή ή ακατέργαστη τέχνη), λόγω του περιεχομένου τους. Το 1948 δημιούργησε την Εταιρία Ωμής Τέχνης μαζί με άλλους καλλιτέχνες, ανάμεσα στους οποίους ο André Breton. Η συλλογή του έγινε αργότερα γνωστή σαν 'Collection de l'Art Brut' και περιλάμβανε χιλιάδες έργα. Σήμερα εκτίθεται στη Λωζάννη της Ελβετίας.
Ο Dubuffet χαρακτήρισε την Ωμή Τέχνη ως εξής:
'Εκείνα τα έργα που δημιουργήθηκαν στην απομόνωση και από αγνή και αυθεντική δημιουργική παρόρμηση - εκεί όπου οι έγνοιες του ανταγωνισμού, της αναγνώρισης και της κοινωνικής ανόδου δεν παρεμβαίνουν- είναι, λόγω αυτών ακριβώς των χαρακτηριστικών τους, πιο πολύτιμα από τα έργα των επαγγελματιών. Μετά από την εξοικείωση με αυτά τα άνθη ενός εκστατικού δημιουργικού πυρετού, τον οποίο έζησαν τόσο βαθιά και τόσο έντονα οι δημιουργοί τους, δεν μπορούμε παρά να νιώσουμε ότι σε σχέση με αυτά τα έργα, η κουλτούρα στο σύνολό της μοιάζει να είναι το παιχνίδι μιας μάταιης κοινωνίας, μια παραστρατημένη παρέλαση' - Jean Dubuffet. Place à l'incivisme Art and Text 27 (Δεκ. 1987 -Φεβ. 1988) σελ. 36.
Για τον Dubuffet, η "Ωμή Τέχνη" ήταν η δική του λύση για κάθε "τυποποιημένη" μορφή τέχνης και έκφρασης. Μόνο αυτή ήταν αυθεντική, απρόσβλητη από τις επιρροές της κουλτούρας, και δεν μπορούσε να απορροφηθεί ή να προσαρμοστεί, ακριβώς επειδή οι ίδιοι οι καλλιτέχνες δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να προσαρμοστούν ή να 'υποταχθούν'.
Ολοκληρώνοντας, μπορούμε να πούμε ότι το ενδιαφέρον για τις 'περιθωριακές' πρακτικές ανάμεσα στους καλλιτέχνες και κριτικούς του εικοστού αιώνα παρατηρείται σαν ένα μέρος μιας μεγαλύτερης κίνησης για την απόρριψη των καθιερωμένων αξιών ανάμεσα στους μοντερνιστές. Οι αρχές του 20ου αιώνα γέννησαν τον κυβισμό και τον ντανταϊσμό, τον κονστρουκτιβισμό και τον φουτουρισμό, με κοινό χαρακτηριστικό τους την απομάκρυνση από τις πολιτιστικές φόρμες του παρελθόντος.
Ο Ντανταϊστής Marcel Duchamp, για παράδειγμα, εγκατέλειψε την τεχνική του για να μπορέσει να επιτρέψει σε τυχαίες διεργασίες, οι οποίες έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση της φόρμας των έργων του, ή αναδιαμόρφωσαν τα ήδη υπάρχοντα αντικείμενα σε έργα τέχνης (ready mades). Καλλιτέχνες των μέσων του αιώνα, όπως ο Pablo Picasso, έψαξαν για έμπνευση έξω από τις παραδόσεις της υψηλής κουλτούρας και την βρήκαν στα καλλιτεχνήματα των "πρωτόγονων" κοινωνιών, στην αυθόρμητη ζωγραφική των παιδιών και στις χονδροειδείς εικονογραφήσεις των διαφημίσεων. Η προώθηση της τέχνης των "τρελών" -και άλλων που κινούνταν στις παρυφές της κοινωνίας- από τον Dubuffet, ήταν άλλη μια πτυχή της πρωτοπορίας που αμφισβητούσε τις καθιερωμένες πολιτιστικές αξίες.