Η ανάπτυξή της στον ελλαδικό χώρο φαίνεται πως ήταν αρκετά περιορισμένη. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση του μελετητή της νεοελληνικής προσωπογραφίας, κ. Άλκη Χαραλαμπίδη, ότι κατά το 19ο αι. «με την επιφύλαξη που επιβάλλει η αδυναμία προσέγγισης ολόκληρης της προσωπογραφικής παραγωγής του αιώνα, η οποία κατά ένα μέρος παραμένει άγνωστη ή απρόσιτη, θα μπορούσε να υπολογίσει κανείς την ανδρική προσωπογραφία σε 55%, τη γυναικεία σε 35%, την παιδική σε 7% και την προσωπογραφία με δύο ή περισσότερες μορφές σε 3%». Από αυτό το 3% πολύ μικρό ποσοστό των έργων απεικονίζει τρεις ή περισσότερες μορφές. Και συνεχίζει πως «ελάχιστη, θα' λεγε κανείς συμπτωματική είναι η επίδοση των Ελλήνων καλλιτεχνών στην προσωπογραφία με περισσότερες από μία μορφές. Η ποιότητα των λιγοστών αυτών έργων δεν είναι ευκαταφρόνητη και μία εύλογη αιτιολόγηση θα απέδιδε την έλλειψη όχι τόσο σε αδυναμία των προσωπογράφων, όσο στην ατομικιστική διάθεση του Έλληνα».
Από τα παραδείγματα ομαδικών προσωπογραφιών στη νεοελληνική τέχνη μπορούμε να ξεχωρίσουμε τις Λιτανείες της Ζακύνθου, στις οποίες οι Επτανήσιοι ζωγράφοι αφορμούνται μεν από ένα θρησκευτικό γεγονός, αλλά παράλληλα καταγράφουν την κοινωνική διάρθρωση του νησιού με την οργανωμένη παρουσίαση των κοινωνικών ομάδων και την αναγνωρισιμότητα αυτών που συμμετέχουν στη σκηνή. Έργο πρότυπο για τις λιτανείες είναι αναμφίβολα αυτό του Gentile Bellini του 1496, η «Λιτανεία στην πλατεία του Αγίου Μάρκου», αλλά και άλλα ανάλογα.
Άλλα παραδείγματα ομαδικής προσωπογραφίας βρίσκουμε στα ιστορικά θέματα, όπου η ανάγκη καταγραφής, κυρίως, της ελληνικής επανάστασης έδωσε ευρύ πεδίο πειραματισμών για τους ζωγράφους. Το θέμα φαίνεται πως εισήχθη από τους Βαυαρούς με έργα όπως αυτά του Peter von Hess, «Η είσοδος του Όθωνα στο Ναύπλιο» και «Η είσοδος του Όθωνα στην Αθήνα». Κορυφαίο παράδειγμα ελληνικής δημιουργίας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εκείνη του Θεόδωρου Βρυζάκη με τίτλο «Η Ελλάς ευγνωμονούσα». Στο κέντρο η μορφή της Ελλάδας περιστοιχίζεται από τους αγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, έτοιμη να τους δεχθεί στην αγκαλιά της.
Επιπρόσθετα, ακολουθούν οι οικογενειακές ομαδικές προσωπογραφίες, όπως «Το ατελιέ με την οικογένεια του καλλιτέχνη» του Γεωργίου Άβλιχου, «Η στάση» του Σπύρου Βασιλείου, «Οι άνδρες της οικογένειας Ζαΐμη» του Φώτη Κόντογλου κ.ά., καθώς επίσης οι προσωπογραφίες φίλων ή ομότεχνων.
Στην τελευταία αυτή κατηγορία ανήκουν κάποια έργα όπως «Η ναυτική Σχολή της Ύδρας» του Κωνσταντίνου Βολανάκη, «Το Λύκειο Ευαγγελίδη στη Σύρο» αγνώστου καλλιτέχνη, στο οποίο ανάμεσα σε άλλους εικονίζεται ο Εμμανουήλ Ροΐδης, «Οι επτά Ραβίνοι της Ιερουσαλήμ, «Οι ποιητές» του Γεώργιου Ροϊλού, «Το πρώτο Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδος» του Μιχαήλ Αξελού, «Η Αίθουσα Τέχνης Κοχλίας» του Σπύρου Βασιλείου κ.ά.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στη νεοελληνική ζωγραφική η θεματογραφική αυτή κατηγορία δεν υπήρξε ένα συστηματικό πεδίο ενασχόλησης των καλλιτεχνών. Η αιτία πιθανόν να βρίσκεται, όπως μας πληροφορεί και ο Θάνος Χρήστου, αφενός στο γεγονός ότι οι περισσότερες από αυτές δεν βασίζονταν σε παραγγελίες, αλλά στην ελεύθερη βούληση του ίδιου του δημιουργού, αφετέρου στην εμφάνιση και εξάπλωση της φωτογραφίας.
Βιβλιογραφία:
- Χαραλαμπίδης Άλκης, Η ελληνική προσωπογραφία του 19ου αιώνα, (διδ. διατρ.), Θεσσαλονίκη 1976.
- Χρήστου Θάνος, "Η ομαδική προσωπογραφία στη νεοελληνική τέχνη", Η τέχνη του 20ού αιώνα, Πρακτικά Γ' Συνεδρίου Ιστορίας της Τέχνης, Θεσσαλονίκη 2009.