Ο Hugo Ball, ένας φιλόσοφος και μυστικιστής, όπως και ποιητής, ήταν ο πρώτος πρωταγωνιστής στο δράμα του ντανταϊσμού. Την άνοιξη του 1916 ίδρυσε στη Ζυρίχη το Cabaret Voltaire, που έγινε τόπος συνάντησης των ελεύθερων πνευμάτων και ένα βήμα για την επίθεση εναντίον όλων των υπάρχουσων αξιών. Μια ενδιαφέρουσα σύμπτωση, που αξίζει να σημειωθεί, είναι ότι στον ίδιο δρόμο, απέναντι από το Cabaret Voltaire, έμενε ο Lenin, που μαζί με άλλους σοβαρούς και συνωμοτικούς Ρώσους σχεδίαζε μια παγκόσμια επανάσταση.
Ο όρος «νταντά» (Dada) καθιερώθηκε το 1916 ως ονομασία του κινήματος που άρχιζε να σχηματίζεται μέσα από το φαινομενικό χάος των εκδηλώσεων του Cabaret Voltaire, αλλά η προέλευση του αμφισβητείται μέχρι σήμερα. Η γνωστότερη εκδοχή είναι η εξής: σύμφωνα με τον Huelsenbeck, το όνομα γεννήθηκε ανοίγοντας τυχαία ένα γάλλο-γερμανικό λεξικό, το οποίο άνοιξε στη λέξη Dada,που σημαίνει το κουνιστό αλογάκι ενός μικρού παιδιού. Κατά τον Richter, η λέξη Dada γεννήθηκε στην παρέα του Cabaret Voltaire από τα επαναλαμβανόμενα da, da, da, ( ναι, ναι, ναι) στις συζητήσεις μεταξύ των Tzara και Janco στα ρουμάνικα. Στα γαλλικά Dada σημαίνει επίσης μια παθιασμένη ενασχόληση του ελεύθερου χρόνου, ένα χόμπι. Οποιαδήποτε και αν είναι η προέλευση του, ο όρος Dada έγινε το κεντρικό και ειρωνικό σύμβολο της επίθεσης εναντίον κάθε κατεστημένου, είτε παραδοσιακού είτε πειραματικού, που κυριαρχούσε στην τέχνη των αρχών του εικοστού αιώνα. Για τον προπαγανδισμό των ιδεών τους οι ντανταϊστές χρησιμοποίησαν πολλές από τις μεθόδους του φουτουρισμού - τις ελεύθερες λέξεις του Marinetti, προφορικές ή γραπτές, τα θορυβώδη μουσικά εφέ του Russolo στην απαγγελία της ποίησης , και τις συχνές προκηρύξεις. Αλλά οι προθέσεις τους ήταν καθαρά αντίθετες από αυτές των φουτουριστών, που εξυμνούσαν τον κόσμο των μηχανών και έβλεπαν στην εκβιομηχάνιση, την επανάσταση και τον πόλεμο τα φυσικά και τα λογικά μέσα, όσο βάναυσα και αν ήταν αυτά, για την επίλυση των ανθρώπινων προβλημάτων.Οι ντανταϊστές πίστευαν ότι η λογική και ο ορθολογισμός είχαν οδηγήσει στη συμφορά του παγκόσμιου πολέμου και ότι ο μόνος δρόμος για τη σωτηρία ήταν μέσω της πολιτικής αναρχίας, των φυσικών συναισθημάτων, του αυθορμητισμού και του παραλόγου. Εξωτερικά έδειχναν, από μια άποψη, να επιστρέφουν στην εσωτερική αναγκαιότητα του Kandinsky, το πνευματικό στοιχείο στην τέχνη, αλλά ο ντανταϊσμός, τουλάχιστον στη φάση της σύλληψης του, ήταν αρνητικός και πεσιμιστικός.
Ο ντανταϊσμός της Ζυρίχης ήταν κατ' αρχήν ένα λογοτεχνικό φαινόμενο, του οποίου οι ιδεολογικές ρίζες βρισκόταν στην ποίηση του Arthur Rimbaud, στο θέατρο του Alfred Jarry και στις πολιτικές ιδέες των Max Jacob και Guillaume Apollinaire. Στο πεδίο της ζωγραφικής και της γλυπτικής , μέχρι την εμφάνιση του Picabia, οι μοναδικές πραγματικές καινοτομίες ήταν τα ανάγλυφα και κολάζ σε ελεύθερο σχέδιο του Jean (Hans) Arp, «οργανωμένα σύμφωνα με τους νόμους της καθαρής σύμπτωσης». Με ελάχιστες εξαιρέσεις, η ζωγραφική και η γλυπτική των άλλων καλλιτεχνών που συνδέθηκαν με το ντανταϊσμός της Ζυρίχης δεν είχαν να δείξουν τίποτε το καινούριο. Αντίθετα οι καινοτομίες τους ήταν πολύ σημαντικές στον αφηρημένο και τον εξπρεσιονιστικό κινηματογράφο - κυρίως μέσα από τους πειραματισμούς των Hans Richter και Viking Eggeling - στη φωτογραφία και το τυπογραφικό σχέδιο.O Hugo Ball εισήγαγε την αφηρημένη ποίηση με το ποίημα O Gadji Beri Bimba τον Ιούλιο του 1916. Τον Ιούνιο του 1917διοργάνωσε μια βραδιά με απαγγελίες αφηρημένης ποίησης, που σχεδόν προκάλεσε μια γενική εξέγερση. Η θέση του, ότι η συμβατική γλώσσα δεν είχε πλέον θέση στην ποίηση, όπως η συμβατική ανθρώπινη μορφή είχε εξοριστεί από τη ζωγραφική, οδήγησε σε μια ποίηση μελωδικών συλλαβών χωρίς κανένα απολύτως νόημα: «ζιμζιμ ουραλαλά ζιμζιμ ζανζιμπάρ ζιμλαλά ζαμ». Οι φρενιασμένες αντιδράσεις του κοινού δεν εμπόδισαν τους πειραματισμούς αυτούς να επηρεάσουν τη μεταγενέστερη εξέλιξη της ποίησης του εικοστού αιώνα, αλλά η συμβολή του ντανταϊσμού στην τέχνη δεν μπορεί να αξιολογηθεί μόνο με βάση τα συγκεκριμένα καλλιτεχνικά του επιτεύγματα. Ο ντανταϊσμός της Ζυρίχης ήταν περισσότερο μια συναισθηματική κατάσταση παρά ένα καλλιτεχνικό στιλ ή κίνημα.
Οι ντανταϊστές της Ζυρίχης ήταν αντίθετοι σε κάθε μορφή τέχνης με οργανωμένο πρόγραμμα, ή σε κάθε κίνημα που θα μπορούσε να εκφράζει τα κοινά στοιχεία του στιλ μιας ομοιογενούς ομάδας καλλιτεχνών. Παρ' όλα αυτά, τα παραπάνω στοιχεία δημιούργησαν και για τους ντανταϊστές ένα είδος κοινού παρανομαστή, που διαμόρφωσε τις δημιουργικές τους προσπάθειες. Τα χαρακτηριστικά τους ήταν ο θορυβισμός (bruitisme), το ταυτόχρονο και το συμπτωματικό. Ο θορυβισμός προήλθε από τους φουτουριστές και το ταυτόχρονο από τους κυβιστές μέσω των φουτουριστών, έστω και αν οι ντανταϊστές θεωρούσαν τα στοιχεία αυτά ως αρνητικές, καταστρεπτικές δυνάμεις. Το συμπτωματικό, ασφαλώς, υπάρχει, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, σε κάθε πράξη καλλιτεχνικής δημιουργίας. Στο παρελθόν ο καλλιτέχνης συνήθως προσπαθούσε να το ελέγξει ή να το κατευθύνει, αλλά ο ντανταϊσμός το ανέδειξε σε κύρια πηγή της δημιουργίας. Οι τρείς αυτές αρχές, σύντομα ξεπέρασαν την αρχική αρνητική διάθεση των ντανταϊστών και αποτέλεσαν τη βάση για μια θετική και επαναστατική προσέγγιση της δημιουργικής τέχνης, μια προσέγγιση που εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι και σήμερα στην ποίηση, τη μουσική, το θέατρο και τη ζωγραφική.
Με το τέλος του πολέμου ήρθε το τέλος του ντανταϊσμού της Ζυρίχης. Ο πρώτος ενθουσιασμός άρχισε να σβήνει, τα μέλη της ομάδας σκόρπισαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αλλά η επιρροή του ντανταϊσμού στην τέχνη είχε μόλις αρχίσει. Το 1918 ήρθε ο Ισπανός ζωγράφος Francis Picabia, φέρνοντας επαφές με παρόμοιες εξελίξεις στη Νέα Υόρκη και τη Βαρκελώνη. Ο Picabia μαζί με τους Marcel Duchamp και Man Ray είχε συμβάλλει στη δημιουργία ενός κινήματος ντανταϊσμού στην Νέα Υόρκη, γύρω από την γκαλερί «291» και το ομώνυμο περιοδικό του Alfred Stiefliz. Με τη βοήθεια του συλλέκτη Walter Arensberg o Picabia είχε αρχίσει να δημοσιεύει τη δική του εφημερίδα διαμαρτυρίας εναντίον των πάντων, η οποία ονομαζόταν «391». Μετά από ένα ταξίδι στη Βαρκελώνη, όπου συνάντησε πολλούς εκπατρισμένους καλλιτέχνες με τις ίδιες σκέψεις, μεταξύ των οποίων η Marie Laurencin, o Picabia επισκέφθηκε τη Ζυρίχη, όπου τον είχε προσελκύσει η αυξανόμενη φήμη των δημιουργών του ντανταϊσμού. Επιστρέφοντας στο Παρίσι με το τέλος του πολέμου αποτέλεσε σύνδεσμο μεταξύ του γερμανικού και του γαλλικού κλάδου του μεταπολεμικού ντανταϊσμού.