cineBRatenas 2013

Στην άκρη του δρόμου / À beira do caminho Στην άκρη του δρόμου / À beira do caminho

To cineBRatenas 2013 (3η Εβδομάδα Βραζιλιάνικου Κινηματογράφου), μια συνδιοργάνωση της Ταινιοθήκης της Ελλάδος και της Πρεσβείας της Βραζιλίας, συντονίζεται φέτος με τις υψηλές θερμοκρασίες και γίνεται καλοκαιρινή.

Από τις 27 Ιουνίου έως τις 3 Ιουλίου 2013 στη θερινή αίθουσα «Λαΐς» της Ταινιοθήκης, θα προβληθούν έντεκα μεγάλου και έντεκα μικρού μήκους ταινίες, σε ένα πρόγραμμα που φιλοδοξεί να αναδείξει χωρίς προκαταλήψεις τις σημαντικότερες τάσεις του σύγχρονου βραζιλιάνικου κινηματογράφου: την αστείρευτη δίψα του για πειραματισμό, την προσωπική αναζήτηση των νέων δημιουργών του και την αντιπρότασή του στις μεγάλες αμερικανικές παραγωγές.

Ταινία Έναρξης
Φέτος, το cineBRatenas 2013 ανοίγει με την ταινία Στην άκρη του δρόμου / À beira do caminho (2012, 102'). Ένα υπαρξιακό road movie από τον πρώην φωτογράφο (και σκηνοθέτη της μεγάλης επιτυχίας Οι δυο γιοί του Φρανσίσκο), Breno Silveira (Μπρένο Σιλβέιρα), ο οποίος εδώ – σαν να «συνεχίζει» από εκεί που τέλειωνε ο Τελευταίος σταθμός του Βάλτερ Σάλλες -, κινηματογραφεί μια ελεγεία για τις ανατροπές που προκύπτουν σε μια διαδρομή από το θαύμα μιας απροσδόκητης συνάντησης.

Οι ταινίες του Προγράμματος

Μεγάλου μήκους
Τρεις από τους σκηνοθέτες των ταινιών μεγάλου μήκους που θα προβληθούν κάνουν το ντεμπούτο τους στη μυθοπλασία μεγάλου μήκους: ο πρώην κριτικός και ντοκιμαντερίστας Kleber Mendonça Jr. (Κλέμπερ Μεντόνσα υιός) συνθέτει μια εξαιρετικά πρωτότυπη μελέτη της καθημερινότητας και της ασφάλειας στο Ήχοι από τα πέριξ / Som ao redor (2012, 131'). Σημειώστε πως την ταινία Ήχοι από τα πέριξ, θα προλογίσει ο Γιάγκος Αντίοχος, κριτικός κινηματογράφου στο περιοδικό Αθηνόραμα. Ο μουσικός Oswaldo Montenegro (Οσβάλντο Μοντενέγκρο) διερευνά τις σχέσεις καλλιτεχνικής δημιουργίας και ιδεολογίας στο νεανικό Λέο και Μπία / Leo e Bia (2010, 97') και ο πρώην διαφημιστής Afonso Poyart (Aφόνσο Πογιάρτ) μπαίνει δυναμικά στο χώρο του «εμπορικού» σινεμά με ένα μεταλλαγμένο δημοφιλές είδος: το ποπ φιλμ νουάρ Δυο τρυγόνια / Dois coelhos (2012, 108').

Ο παλιάτσος - O palhaço

Σε όσους παρακολουθούν πιο συστηματικά τον σύγχρονο βραζιλιάνικο κινηματογράφο, οι υπόλοιποι δημιουργοί των ταινιών του προγράμματος είναι πιο γνώριμοι. Ο Selton Mello (Σέλτον Μέλλο), χαρισματικός πρωταγωνιστής πολλών πρόσφατων σημαντικών ταινιών, στη δεύτερη ταινία του ως σκηνοθέτης, Ο παλιάτσος / O palhaço (2011, 88'), ρίχνει ένα ευαίσθητο και μελαγχολικό βλέμμα στον μικρόκοσμο μιας ομάδας τσιρκολάνων σε περιοδεία. Ο Beto Brant (Μπέτο Μπραντ), σε συνεργασία με τον Ρενάτο Σιάσκα, σκηνοθετεί ένα τραγικό ερωτικό τρίγωνο με φόντο μια κλειστή κοινότητα, τη θρησκοληψία και την οικολογία στο μυθιστορηματικό Θα δεχόμουν και τα χειρότερα νέα από τα όμορφά σου χείλη / Eu receberia as piores notícias dos seus lindos (2011, 100'). Ο José Padilha (Ζοζέ Παντίλια), δημιουργός της επίσης μεγάλης επιτυχίας Οι Επίλεκτοι, με την Ομάδα επίλεκτων 2 / Tropa de Elite 2 (2010, 115') αλλάζει την οπτική γωνία του και κάνει μια συναρπαστική καταγγελία της διαφθοράς της αστυνομίας, αποδεικνύοντας ότι η καρδιά της δημοφιλούς κοινωνικής μυθοπλασίας χτυπάει όχι μόνο στο Λος Άντζελες, αλλά και στις φαβέλες του Ρίο. Τέλος, ο Cláudio Assis (Κλάουντιο Ασσίς), το άτακτο παιδί του βραζιλιάνικου σινεμά με το Αρουραίος πυρετός / A Febre do rato (2011, 110'), την τελευταία και πιο ώριμη ταινία του, καταφέρνει μια θαυμαστή ισορροπία ανάμεσα στον προκλητικό, αναρχικό, παραληρηματικό του κόσμο και την αυστηρότητα μιας εξαίσιας ασπρόμαυρης αισθητικής. Την ταινία θα προλογίσει ο Νίκος Σαββάτης, κριτικός κινηματογράφου.

Ήχοι από τα πέριξ - Som ao redor

Στο cineBRatenas 2013 γιορτάζουμε επίσης δύο επετείους. Τα 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ποιητή, στιχουργού και μουσικού Βινίσιους ντι Μοράις με την προβολή του εξαιρετικού ντοκιμαντέρ Βινίσιους / Vinicius (2005΄, 121΄) του Miguel Faria Jr. (Μιγκέλ Φαρία υιού). Επίσης, γιορτάζουμε τα πεντηκοστά γενέθλια του επαναστατικού κινήματος σινέμα νόβο, που χωρίζει την ιστορία του βραζιλιάνικου κινηματογράφου σε «πριν» και «μετά», με την προβολή του αριστουργήματος του Nelson Pereira dos Santos (Νέλσον Περέιρα ντος Σάντος) Ξερές ζωές / Vidas Sêcas (1963, 103'), την οποία και θα προλογίσει ο Νίκος Σαββάτης, κριτικός κινηματογράφου. Έναν τελευταίο, σκανδαλωδώς καθυστερημένο, φόρο τιμής αποτίουμε στον σκηνοθέτη Mario Peixoto (Μάριο Πεισότο) με την πρώτη προβολή του μυθικού, μοναδικού φιλμ του Όριο / Limite (1930, 114'), που θεωρείται η σπουδαιότερη βραζιλιάνικη ταινία του βωβού κινηματογράφου. Σημειώστε πως το Όριο θα προλογίσει ο Χρήστος Μήτσης, κριτικός κινηματογράφου στο περιοδικό Αθηνόραμα.

tom-jobim-e-vinicius-de-moraes-piano-no-catetinho-cred-manchete

Μικρού Μήκους
Τέλος, το φετινό πρόγραμμα, περιλαμβάνει για πρώτη φορά έντεκα ταινίες μικρού μήκους, από δημιουργούς που δεν έχουν γυρίσει ακόμα ταινία μεγάλου μήκους, και συνεπώς εκφράζουν τα ενδιαφέροντα και τις ανησυχίες εκείνων που φιλοδοξούν να αποτελέσουν το αύριο του βραζιλιάνικου κινηματογράφου. Υφολογικά καλύπτουν όλο το φάσμα, από την κωμωδία ως τον πειραματισμό και από την περιπέτεια ως το δράμα. Ταυτόχρονα, όμως, απηχούν και τον πολύμορφο χαρακτήρα αυτής της κινηματογραφίας, αφού μεταξύ τους συναντάμε από ανεξάρτητες και προσωπικού ύφους ταινίες ως και μεγάλες εμπορικές παραγωγές. Ενδεικτικά αναφέρουμε το Η κότα που εξαπάτησε το σύστημα / A Galina Que Burlou O Sistema (2012, 15'), την πτυχιακή μικρού μήκους ταινία του Quico Meirelles (Κίκο Μεϊρέλλες), γιού του Φερνάντο Μεϊρέλλες, όπου κατορθώνει να πείσει ότι έχει αρκετή φρεσκάδα κι επινοητικότητα για να αξίζει έναν τόσο μεγάλο προϋπολογισμό. Αλλά και το πειραματικό Τρία σχόλια για τον Γκλάουμπερ / Três Cortes para Glauber (2009, 11') του Gabriel Dib (Γκάμπριελ Ντιμπ), όπου θα δούμε ένα οπτικοακουστικό ρεμίξ πλάνων αρχείου από ταινίες του Γκλάουμπερ Ρόσα (ίσως της σημαντικότερης φυσιογνωμίας του βραζιλιάνικου κινηματογράφου), "ελεύθερα εμπνευσμένο από τις αισθητικές της πείνας, του ονείρου και της βίας".

Πληροφορίες
cineBRatenas 2013
(3η Εβδομάδα Βραζιλιάνικου Κινηματογράφου)
27 Ιουνίου έως 3 Ιουλίου 2013
Ταινιοθήκη της Ελλάδος
http://cinebratenas.com
Γενική είσοδος για κάθε προβολή € 4.
Επιμέλεια αφιερώματος: Νίκος Σαββάτης, Γιάννης Ανδρέου, Γιάννης Παπαδάκης.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ
Tropa de Elite 2, O Inimigo Agora É Outro , Ομάδα επίλεκτων 2Tropa de Elite 2, O Inimigo Agora É Outro , Ομάδα επίλεκτων 2 – 2010, 115'

Δράμα, Περιπέτεια
Σκηνοθεσία: José Padilha
Σενάριο: José Padilha, Bráulio Mantovani
Φωτογραφία: Lula Carvalho
Μουσική: Pedro Bromfman
Ήχος: Alessandro Laroca, Armando Torres Jr. Leandro Lima

Μοντάζ: Daniel Rezende
Σκηνικά: Odair Zani
Κοστούμια: Cláudia Kopke
Παραγωγή: Marcos Prado, James D'Arcy, Leonardo Edde
Εμφανίζονται: Wagner Moura (Ρομπέρτο Νασιμέντο), Irandhir Santos (Ντιόγκο Φράγκα), André Ramiro (Αντρέ Ματίας), Maria Ribeiro (Ροζάνι),
Ο επικεφαλής μιας ομάδας ειδικών αποστολών μπλέκεται στις ίντριγκες της εξουσίας σε μια δεξιοτεχνική ταινία δράσης που ξετυλίγεται σαν περίτεχνο πολιτικό θρίλερ. Σπάνια περίπτωση σίκουελ, καθώς είναι τουλάχιστον ισάξιο με το πρωτότυπο και αναιρεί την ανάγκη να το έχεις δει, αφού βαδίζει σε εντελώς νέα κατεύθυνση.
Ο Ζοζέ Παντίλια συμπλήρωσε ήδη δέκα χρόνια ως σκηνοθέτης, έχοντας κερδίσει με την πρώτη Ομάδα Επιλέκτων τη Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο (2007) και την πρωτιά στο βραζιλιάνικο box office.

Limite, Όριο – 1931, 114'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Mario Peixoto
Σενάριο: Mario Peixoto
Φωτογραφία: Edgar Brasil
Μοντάζ: Viola Lawrence
Παραγωγή: Mario Peixoto
Εμφανίζονται: Olga Breno (Γυναίκα #1), Tatiana Rey (Γυναίκα #2), Raul Schnoor (Άνδρας)
Τρεις άνθρωποι, η γαλήνια θάλασσα, το παρελθόν που επιστρέφει. Ένα βωβό πυροτέχνημα εικαστικής ποίησης, που έχει ανακηρυχθεί πολλές φορές "καλύτερη βραζιλιάνικη ταινία" και ανήκει στο πάνθεον της παγκόσμιας πρώιμης κινηματογραφικής πρωτοπορίας.
Ο συγγραφέας και ποιητής Μάριο Πεϊσότο γύρισε την ταινία αυτή μόλις 22 ετών, όμως δεν κατάφερε να ολοκληρώσει άλλο σκηνοθετικό εγχείρημα.

Vinicius, Βινίσιους

Vinicius, Βινίσιους – 2005, 121'
Βιογραφικό ντοκυμαντέρ, Μουσική
Σκηνοθεσία: Miguel Faria Jr.
Σενάριο: Miguel Faria Jr & Diana Vasconcellos
Φωτογραφία: Lauro Escorel
Μουσική: Vinicius de Moraes, Luiz Cláudio Ramos
Ήχος: Bruno Fernandes
Μοντάζ: Diana Vasconcellos
Σκηνικά-Κοστούμια: Marília Carneiro
Παραγωγή: Miguel Faria Jr. & Susana Moraes
Εμφανίζονται: Vinicius de Moraes, Antonio Carlos Jobim, Baden Powell, Nara Leão, Toquinho, Edu Lobo, Carlos Lyra, Caetano Veleso, κ.ά.
Η ζωή και το έργο του ποιητή, στιχουργού, συνθέτη και διπλωμάτη Βινίσιους ντι Μοράις σ' ένα πλούσιο και καλογυρισμένο ντοκυμαντέρ. Αφιέρωμα στα 100 χρόνια από τη γέννηση μιας αναγεννησιακής μορφής που άφησε ανεξίτηλο σημάδι στον παγκόσμιο πολιτισμό του 20ού αιώνα.

Ο Μιγκέλ Φαρία Ζούνιορ ξεκίνησε στο πλαίσιο του ριζοσπαστικού Cinema Novo το 1970 και παραδίδει με την ταινία αυτή ένα έργο αγάπης κι ένα ώριμο κύκνειο άσμα.

O Palhaço, Ο παλιάτσος – 2011, 88'
Δραματική Κομεντί
Σκηνοθεσία: Selton Mello
Σενάριο: Selton Mello, Marcelo Vindicato
Φωτογραφία: Adrian Teijido
Μουσική: Plínio Profeta
Ήχος: George Saldanha
Μοντάζ: Selton Mello, Marília Moraes
Σκηνικά-Κοστούμια: Kika Lopes
Παραγωγή: Vânia Catani, Bananeira Filmes
Εμφανίζονται: Selton Mello (Μπενζαμίν/Μούλος), Paulo José (Βαλντεμάρ/Καθαρόαιμος), Giselle Mota (Λόλα)
Ένας κλόουν που μελαγχολεί, φιλοδοξώντας για κάτι καλύτερο στη ζωή, επιχειρεί κάτι διαφορετικό και ανακαλύπτει το πραγματικό νόημά της. Έντεχνο και μινιμαλιστικό feel-good αφήγημα με φόντο το μικρόκοσμο της σχεδόν ακίνητης στο χρόνο βραζιλιάνικης επαρχίας.
Έχοντας ήδη επιτυχημένη σταδιοδρομία ως ηθοποιός, ο 40χρονος Σέλτον Μέλλο κάνει το 2012 τη δεύτερη σκηνοθετική του απόπειρα και αποσπά όλα τα μεγάλα βραβεία της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου.

O Som Ao Redor, Ήχοι από τα πέριξ – 2012, 131'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Kleber Mendonça Filho
Σενάριο: Kleber Mendonça Filho
Φωτογραφία: Pedro Sotero, Fabricio Tadeu
Μουσική: DJ Dolores
Ήχος: Kleber Mendonça Filho & Pablo Lama
Μοντάζ: Kleber Mendonça Filho & João Maria
Σκηνικά-Κοστούμια: Ingrid Mata
Παραγωγή: Emilie Lesclaux
Εμφανίζονται: Irandhir Santos (Κλοντοάλντο), Gustavo Jahn (Ζοάο), Maeve Jinkings (Μπία), W.J. Solha (Φρανσίσκο), Irma Brown (Σοφία)
Η ζωή σε μια μεσοαστική γειτονιά πυροδοτείται όταν τη φύλαξή της αναλαμβάνει μια ιδιωτική εταιρεία ασφάλειας. Αιθέρια όσο και γήινη τοιχογραφία της πολύβουης καθημερινότητας σε μια σύγχρονη μεγαλούπολη που ξεπερνά τα όρια της Βραζιλίας.
Ύστερ' από τρεις εξαιρετικές μικρού μήκους και ένα ντοκυμαντέρ, ο πρώην κριτικός Κλέμπερ Μεντόνσα Υιός καθιερώνεται ως ένας από τους ικανότερους σύγχρονους Βραζιλιάνους auteurs.

Eu Receberia as Piores Notícias dos seus Lindos Lábios, Θα δεχόμουν και τα χειρότερα νέα από τα όμορφά σου χείλη

Eu Receberia as Piores Notícias dos seus Lindos Lábios, Θα δεχόμουν και τα χειρότερα νέα από τα όμορφά σου χείλη¬ – 2012, 100'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Beto Brant, Renato Ciasca
Σενάριο: Marcal Aquino, Beto Brant, Renato Ciasca
Φωτογραφία: Lula Araujo
Μουσική: Simone Sou, Alfredo Bello
Μοντάζ: Willem Dias
Παραγωγή: Bianca Villar, Renato Ciasca, Drama Filmes
Εμφανίζονται: Gustavo Machado (Καουμπύ), Camila Pitanga (Λαβίνια), Zé Carlos Machado (Ερνάνι), Gero Camilo (Βίκτορ)

Μια απλή ιστορία απιστίας στην ενδοχώρα της Αμαζονίας απογειώνεται χάρη στην παράφορη ερμηνεία της Καμίλα Πιτάνγκα και γίνεται δοκίμιο για το πάθος, σ' έναν τόπο όπου η ζωή κινείται βαθιά μέσα από τα όρια του μεταφυσικού.
Ο Μπέτο Μπραντ συνεργάζεται στενά επί 20 και πλέον χρόνια με τον Ρενάτο Σιάσκα και έχει διακριθεί με προηγούμενες ταινίες του στα Φεστιβάλ του Σάντανς και του Τορόντο.

À Beira do Caminho, Στην άκρη του Δρόμου – 2012, 102'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Breno Silveira
Σενάριο: Patrícia Andrade
Φωτογραφία: Lula Carvalho
Μουσική: Berna Ceppas
Μοντάζ: Vicente Kubrusly
Σκηνικά-Κοστούμια: Angèle Fróes
Παραγωγή: Pedro Buarque de Hollanda, Eliana Soárez, Conspiração Filmes
Εμφανίζονται: João Miguel (Ζοάο), Vinícius Nascimento (Ντούντα), Dira Paes (Ρόζα), Ludmila Rosa (Ελένα)

Φορτηγατζής που περιφέρεται σχεδόν άσκοπα στις ερημιές περιμαζεύει ένα παιδί και βρίσκει τελικά το κουράγιο ν' αντιμετωπίσει τις Ερινύες του. Αργόσυρτη και συγκινητική ταινία δρόμου, πλημμυρισμένη από τη μουσική του Ρομπέρτο Κάρλος.

Αν και διακεκριμένος διευθυντής φωτογραφίας, ο Μπρένο Σιλβέιρα πέρασε στη σκηνοθεσία με το επιτυχημένο Οι Δυο Γιοι του Φρανσίσκο (2005) και κινείται επιδέξια στην τομή εμπορικού και καλλιτεχνικού κινηματογράφου.

2 Coelhos, Δυο τρυγόνια2 Coelhos, Δυο τρυγόνια – 2012, 108'
Περιπέτεια
Σκηνοθεσία: Afonso Poyart
Σενάριο: Afonso Poyart, Izaías Almada
Φωτογραφία: Carlos André Zalasik
Μουσική: André Abujamra, Marcio Nigro
Ήχος: Rodrigo Ferrante
Μοντάζ: Lucas Gonzaga, Afonso Poyart
Παραγωγός: Afonso Poyart, Angela Farinello
Παραγωγή: Black Maria Filmes
Εμφανίζονται: Fernando Alves Pinto (Εντγκάρ), Alessandra Negrini (Ζούλια), Marat Descartes (Μάικον), Roberto Marchese (Ζάντερ Κερτέις)

Ένας νεαρός με πολλές φιλοδοξίες και χωρίς σκοπό αποζητά τη λύτρωση μέσ' από ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο. Καταιγιστική, ευρηματική και αριστοτεχνικά γυρισμένη περιπέτεια, που ξεπερνά κατά πολύ τα όρια μιας περιφερειακής κινηματογραφίας.

Με την πρώτη του κιόλας ταινία ο Αφόνσο Προγιάρτ κέρδισε το εισιτήριο για το Χόλυγουντ, όπου σκηνοθετεί πλέον τον Κόλιν Φάρελ και τον Άντονυ Χόπκινς.

Vidas Secas, Ξερές Ζωές – 1964, 103'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Nelson Pereira dos Santos
Σενάριο: Nelson Pereira dos Santos
Φωτογραφία: Luiz Carlos Barreto, José Rosa
Μουσική: Leonardo Alencar
Ήχος: Geraldo José
Μοντάζ: Rafael Justo Valverde, Nello Melli
Παραγωγός: Luiz Carlos Barreto, Herbert Richers, Danilo Trelles
Παραγωγή: Luis Carlos Barreto, Herbert Richers Nelson Pereira dos Santos e Danilo Trelles
Εμφανίζονται: Átila Iório (Φαμπιάνο), Maria Ribeiro (Μητέρα), Gilvan & Genivaldo Lima (παιδιά)

Κάτω από τον εξοντωτικό ήλιο του σερτάο μια άκληρη οικογένεια πασχίζει μάταια να επιβιώσει. Στον απόηχο του νεορεαλισμού αλλά και του σινεμά βεριτέ, μια αδυσώπητη ταινία καταγγελίας κι ένα από τα αδιαφιλονίκητα αριστουργήματα του Cinema Novo (βραβείο FIPRESCI, Κάννες, 1964).

Ο Νέλσον Περέιρα ντος Σάντος συγκαταλέγεται στους πατριάρχες του βραζιλιάνικου κινηματογράφου και παραμένει δραστήριος παρά τα 85 του χρόνια.

A Febre do Rato, Αρουραίος πυρετόςA Febre do Rato, Αρουραίος πυρετός – 2012, 110'
Δράμα
Σκηνοθεσία: Cláudio Assis
Σενάριο: Hilton Lacerda
Φωτογραφία: Walter Carvalho
Μουσική: Jorge Du Peixe
Ήχος: Miriam Biderman, Ricardo Chuí
Μοντάζ: Karen Harley
Σκηνικά-Κοστούμια: Joana Gatis
Παραγωγή: Júlia Moraes & Cláudio Assis
Εμφανίζονται: Irandhir Santos (Ζίζο), Nanda Costa (Ενέιντα), Matheus Nachtergaele (Παζίνιο), Juliano Cazarré (Μπόκα)
Αναρχικός ποιητής του δρόμου και του αλκοόλ, ο Ζίζο ρουφάει αχόρταγα τη ζωή σε αυτό το ασπρόμαυρο ντελίριο. "Φιλί στο στόμα του Ρεσίφι", σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, κι ένας καθόλου σοβαροφανής ύμνος σε κάθε μορφή ελευθερίας.
Ο Κλάουντιο Ασσίς ωριμάζει πλησιάζοντας τα 60, αλλά επιμένει σ' έναν κινηματογράφο βγαλμένο από τα σπλάχνα του δημιουργού.

Leo e Bia, Λέο και Μπία – 2010, 97'
Μιούζικαλ, Δραματική Κομεντί
Σκηνοθεσία: Oswaldo Montenegro
Σενάριο: Oswaldo Montenegro
Φωτογραφία: André Horta
Μουσική: Oswaldo Montenegro
Ήχος: Felipe Machado
Μοντάζ: Pedro Gracindo
Σκηνικά-Κοστούμια:
Παραγωγή: Daniela Gracindo, Paula Horta
Εμφανίζονται: Emilio Dantas (Λέο), Paloma Duarte (Μαρίνα), Françoise Forton (μητέρα), Fernanda Nobre (Μπία)

Στο αποκορύφωμα της δικτατορίας, το θέατρο και η ζωή γίνονται ένα για επτά ηθοποιούς που ανεβάζουν μια παράσταση στην Μπραζίλια. Μεταφορά στη μεγάλη οθόνη ενός από τα πιο επιτυχημένα μιούζικαλ της δεκαετίας του '80.

Μετά από 40 χρόνια σταδιοδρομίας στη μουσική, ο Οσβάλντο Μοντενέγκρο περνάει στον κινηματογράφο με μια ταινία γεμάτη στοιχεία αυτοβιογραφίας.

ΜΙΚΡΟΥ ΜΗΚΟΥΣ
Η ενδεκάδα ταινιών μικρού μήκους που επιλέξαμε δεν έχει θεματική συνοχή. Όμως όλες, πλην μίας, ανήκουν σε δημιουργούς που δεν έχουν γυρίσει ακόμα μεγάλου μήκους ταινία, άρα είναι φανερό ότι εκφράζουν τα ενδιαφέροντα και τις ανησυχίες εκείνων που φιλοδοξούν να αποτελέσουν το αύριο του βραζιλιάνικου κινηματογράφου. Υφολογικά καλύπτουν όλο το φάσμα, από την κωμωδία ως τον πειραματισμό και από την περιπέτεια ως το δράμα. Ταυτόχρονα, όμως, απηχούν και τον πολύμορφο χαρακτήρα αυτής της κινηματογραφίας, αφού μεταξύ τους συναντάμε από ανεξάρτητες και προσωπικού ύφους ταινίες ως και μεγάλες εμπορικές παραγωγές. Δεν είναι απαραίτητα οι καλύτερες ή οι μόνες αξιόλογες μικρού μήκους ταινίες της τριετίας 2010-13. Είναι όμως ενδεικτικές του τι μπορούμε να περιμένουμε από τους δημιουργούς τους και καθεμιά σίγουρα δικαιώνει την επιλογή της.
Γιάννης Ανδρέου – cineTAZ

Ο ουρανός στον κάτω όροφο | O Céu No Andar De Baixo, 2010, 15'
Animation, Δράμα
http://oceunoandardebaixo.blogspot.com
Dir: Leonardo Cata Preta
Ο Φρανσίσκο κρατά μια φωτογραφία του ουρανού για καθετί σημαντικό που έχει συμβεί στη ζωή του. Γι' αυτόν ο ουρανός ισοδυναμεί με τις εκφράσεις του προσώπου, και με τον καιρό έχει αποτυπώσει όλα όσα πετούν, αιωρούνται ή πέφτουν. Όμως τη μέρα που πηγαίνει να ζήσει μόνος του, ο φακός της μηχανής καταγράφει μια εικόνα που θα του ανοίξει μια καινούρια κατεύθυνση.
Ο Ουρανός του Κάτω Ορόφου είναι ένα αληθινό διαμάντι, όχι μόνο χάρη στην τεχνική του αρτιότητα, αλλά και για το συγκινητικά ανθρώπινο σενάριο. Η αφήγηση θυμίζει κάπως τις γήινες ιστορίες του Adam Smith, αλλά το εξαιρετικό σκίτσο βαδίζει προς μια ολότελα ονειρική κατεύθυνση. Έργο σχεδόν αποκλειστικά του Leonardo Cata Preta, που του αφιέρωσε τρία χρόνια ζωής, κατέληξε δίκαια να είναι μια από τις πιο πολυβραβευμένες ταινίες μικρού μήκους
Βραβείο της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου 2012 στην κατηγορία Καλύτερη Καλύτερη Μικρού Μήκους Ταινία Animation
Βραβείο Νέων στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους του Ρίο ντε Ζανέιρο, 2011

Σούπερ μάρκετ | Supermercado, 2012, 8'
Πειραματικό, Performance
http://vimeo.com/37074698
Dir: Fernando Huck
Το πρώτο πλάνο της ταινίας είναι κινηματογραφημένο από αναπάντεχη οπτική γωνία και απαιτεί λίγο χρόνο για να συνειδητοποιήσουμε πού βρισκόμαστε. Μέχρι να τα καταφέρουμε, όμως, ο τόπος και η πρόθεση έχουν δηλωθεί πια – και η πορεία δεν μπορεί παρά να είναι προβλέψιμα και αδυσώπητα κατηφορική.
Το Σούπερ Μάρκετ εικονογραφεί μια πολύ απλή ιδέα και είναι απλή παραγωγή, γυρισμένη χωρίς σπουδαία τεχνικά μέσα. Όμως η τόλμη με την οποία οδεύει προς τη μόνη λογική κατάληξη φέρνει στο νου τις συνταρακτικές δράσεις των αξιονιστών της Βιέννης και μας θυμίζει ότι ο κινηματογράφος χρειάζεται πρώτα απ' όλα έμπνευση και κότσια.
Φιναλίστ για τα βραβείων Vimeo 2012, κατηγορία Experimental.

Sambatown

Sambatown, 2010, 5'
Animation, Δράμα
http://www.sambatown.com/
Dir: Cadu Macedo
Μια γυναίκα, δύο malandros, και η παλιά, γνωστή ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα σ' ένα πεντάλεπτο animation, με μαγικό οδηγό το ρυθμό της σάμπας. Ένα μικρό κομψοτέχνημα που συνοψίζει τα κλασικά σύμβολα και κλισέ της λαϊκής βραζιλιάνικης κουλτούρας σε μια ταινία χάρμα οφθαλμών.

Ο Cadu Macedo είναι γραφίστας και το 2001 κλήθηκε να σχεδιάσει μια διαφημιστική αφίσα. Το έργο παραδόθηκε, αλλά δεν είχε ολοκληρωθεί. Επτά χρόνια μετά, ο Macedo αποφάσισε να το αναπτύξει στη μορφή που το ονειρεύτηκε. Το αποτέλεσμα; Μια ταινία με εξαίσια χρώματα και γραφικά και με τέλεια σκηνική οικονομία.
Υποψήφια στα βραβεία της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου 2012, κατηγορία Καλύτερη Μικρού Μήκους Ταινία Animation
Πρώτο βραβείο Coral, κατηγορία Animation, στο 32o Festival Internacional del Nuevo Cine Latinoamericano, 2010, Αβάνα, Κούβα

Ψυχρό Ρεσίφι | Recife Frio, 2009, 25'
Ψευδοντοκυμαντέρ, Επιστ. Φαντασία, Κωμωδία
http://vimeo.com/9970440
Dir: Kleber Mendonça Filho
Το Ρεσίφι της βόρειας Βραζιλίας είναι μια πόλη αρχέτυπο των τροπικών, με θάλασσες γαλαζοπράσινες και αμμουδιές γεμάτες φοινικόδεντρα. Μόνο που εδώ, για κάποιο λόγο επιστημονικά ανεξήγητο, το Ρεσίφι γίνεται κατάλληλο να φιλοξενεί πιγκουίνους. Τι συνέπειες θα είχε αυτό στη ζωή και στην κουλτούρα των κατοίκων του;
Αξιοποιώντας ευρηματικά ένα κλασικό "what if" σενάριο επιστημονικής φαντασίας, ο Μεντόνσα δημιουργεί μια απόλυτα ρεαλιστική και προσγειωμένη ταινία για τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Παρά τη σοβαρότητά του, είναι φανερό ότι το διασκεδάζει, εναλλάσσοντας διαρκώς κωμικά και δραματικά επεισόδια από τη νέα καθημερινότητα. Και χωρίς ποτέ να γίνεται εξώφθαλμα καταγγελτικός, δεν παύει ούτε στιγμή να μας υπενθυμίζει ότι το οικοσύστημα όπου ζούμε είναι πολύ εύθραυστο.
Αναφέρεται ως "Ίσως η πιο πολυβραβευμένη βραζιλιάνικη ταινία μικρού μήκους από την εποχή του Ilha das Flores", αφού μεταξύ άλλων έχει λάβει:
Βραβείο της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου2011 στην κατηγορία Καλύτερη Ταινία Μικρού Μήκους
Βραβείο Κοινού, Βραβείο Νέων, Βραβείο Μυθοπλασίας, στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους του Ρίο ντε Ζανέιρο, 2010
Βραβεία Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Κριτικής Επιτροπής και Κοινού, Φεστιβάλ της Μπραζίλια, 2009
Βραβεία Σκηνοθεσίας, Σεναρίου και Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης στο Φεστιβάλ Cine PE 2010

Δε θέλω να γυρίσω μόνος | Eu Não Quero Voltar Sozinho

Δε θέλω να γυρίσω μόνος | Eu Não Quero Voltar Sozinho, 2010, 17'
Κομεντί
http://www.eunaoquerovoltarsozinho.com.br/
Dir: Daniel Ribeiro
Η Ζιοβάνα θέλει να είναι κάτι περισσότερο από απλή φίλη του Λέο. Ο Λέο είναι συμμαθητής της και ταυτόχρονα τυφλός. Ανάμεσά τους έρχεται να βρεθεί ένας καινούριος στο σχολείο, ο Γκαμπριέλ. Από το φλερτ στον πρώτο μεγάλο έρωτα, μια γλυκόπικρη βινιέτα για την ανακάλυψη της σεξουαλικής ταυτότητας.

Μετά το περίφημο Café com Leite (2007) που είχε λαμπρή πορεία στα διεθνή φεστιβάλ, ο Ντανιέλ Ριμπέιρο επανέρχεται στο ίδιο θέμα με μια νέα τρυφερή και χαμηλών τόνων ταινία. Συμπαθητικές ερμηνείες και αρκετές διακρίσεις σε φεστιβάλ Queer Cinema ανά τον κόσμο.

Κοντάζεμ |Contagem, 2010, 18'
Δράμα
http://www.filmesdeplastico.com.br/en/contagem/
Dir: Gabriel & Maurílio Martins

Μια κοπέλα που φροντίζει τον πατέρα της φαίνεται αποφασισμένη να μην κάνει παιδιά. Ο φίλος της διαφωνεί. Μια μακρινή γνωστή τους τυχαίνει να βρίσκεται εκεί κοντά. Το ίδιο περιστατικό ιδωμένο μέσα από τρεις οπτικές γωνίες, η ίδια σκηνή όπως βιώνεται από τρεις διαφορετικούς ανθρώπους, με καμβά μια μικρή πόλη της επαρχίας.

Ο πρωτότυπος τίτλος σημαίνει "Μέτρημα", όμως η ίδια λέξη είναι και η ονομασία της πόλης όπου εκτυλίσσεται η ιστορία. Το λογοπαίγνιο γίνεται αντιληπτό στο τέλος, όταν βάζουμε στη σειρά αυτά που παρακολουθήσαμε. Πετυχημένη αφαιρετική σπουδή πάνω στο ύφος και στην κινηματογραφική γραφή, που κατάφερε –αν και ανεξάρτητη, αυτοχρηματοδοτούμενη παραγωγή– να είναι υποψήφια το 2012 ως καλύτερη μικρού μήκους ταινία μυθοπλασίας στα βραβεία της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Phoenix, 2011, 13'
Περιπέτεια, Δράμα
http://vimeo.com/39768893
Dir: Stefano Capuzzi Lapietra

Ένας αστυνομικός γίνεται μάρτυρας σε κάτι που ίσως θα ήταν καλύτερα γι' αυτόν να μην το είχε δει. Ένας άλλος επιλέγει να κλείσει τα μάτια. Ένας τρίτος πρέπει να πάρει θέση. Με αυτά τα κομμάτια στη σκακιέρα της οθόνης, η εξέλιξη της παρτίδας είναι φορσέ – μια φρενήρης καταδίωξη κι ένα εντυπωσιακό φινάλε.
Με την τρίτη ταινία του ο Λαπιέτρα είναι φανερό ότι προαλείφεται για δημιουργός των αυριανών blockbuster. Εδώ δεν υπάρχει τίποτα που θα το αποκαλούσαμε "μικρομηκάδικο". Η παραγωγή της Ο2 είναι πλουσιοπάροχη, τα στάνταρ επαγγελματικά. Κι αν θα θέλαμε το περιεχόμενο να ήταν πιο ουσιώδες, η συσκευασία καταμαρτυρεί μια τάση που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Τρία σχόλια για τον Γκλάουμπερ |Três Cortes para Glauber

Τρία σχόλια για τον Γκλάουμπερ |Três Cortes para Glauber, 2009, 11'
Πειραματικό
http://vimeo.com/8219840
Dir: Gabriel Dib
Ο Γκλάουμπερ Ρόσα είναι ίσως η σημαντικότερη φυσιογνωμία του βραζιλιάνικου κινηματογράφου. Ο Γκάμπριελ Ντιμπ είναι ένας εκκολαπτόμενος δημιουργός, που εξερευνά τα τεχνικά μέσα που του παρέχονται. Θα ήταν παράλογο να αναζητήσουμε αναλογίες. Ας πούμε απλώς ότι ο δεύτερος αποτίει έναν ταιριαστά κακόφωνο φόρο τιμής στον πρώτο.

Οπτικοακουστικό ρεμίξ πλάνων αρχείου από ταινίες του Ρόσα και από διάφορες άλλες πηγές, "ελεύθερα εμπνευσμένο από τις αισθητικές της πείνας, του ονείρου και της βίας".

Μαύρη μάσκα | Máscara Negra, 2011, 15'
Κωμωδία
http://vimeo.com/51507270
Dir: Rene Brasil
Το καρναβάλι τελειώνει και οι μάσκες πέφτουν. Όμως η Λουιζέτε είναι τραβεστί – φοράει μόνιμα τη μάσκα της. Και ο Γκριγκόριο που την ερωτεύεται; Μήπως κι αυτός φοράει μάσκα σε όλη τη ζωή του; Θα την πάρει μαζί του σ' ένα φιλανθρωπικό αγώνα ποδοσφαίρου που κάθε χρόνο διοργανώνουν οι φίλοι του παίζοντας μπάλα ντυμένοι γυναίκες. Και σιγά σιγά θ' αρχίσει να εστιάζει στα πρόσωπα και όχι στις μάσκες.

Ο Ρενέ Μπραζίλ φτάνει στην τρίτη μικρού μήκους ταινία του δείχνοντας να κατακτά μια αξιοζήλευτη ωριμότητα. Η Μαύρη Μάσκα, παρά το risqué θέμα της, κρατά το χαρακτήρα της κωμωδίας, χωρίς ποτέ να ξεπέφτει στη φάρσα. Και με τις καλές ερμηνείες και την άρτια παραγωγή, κατοχυρώνεται εύκολα ως έντιμη ταινία.
Υποψήφια στα βραβεία της Βραζιλιάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου 2012, κατηγορία Καλύτερη Ταινία Μικρού Μήκους.
Διακρίσεις σε πολλά φεστιβάλ Queer Cinema, 2011-2012

Η κότα που εξαπάτησε το σύστημα |A Galina Que Burlou O Sistema, 2012, 15'
Δραματική κομεντί
http://o2filmes.com.br/acervo/867/A_Galinha_que_Burlou_o_Sistema
Dir: Quico Meirelles
Μια κότα μεγαλώνει σ' ένα βιομηχανικό ορνιθοτροφείο, συνωθούμενη ανάμεσα σε χιλιάδες άλλες. Ο ρόλος της είναι προδιαγεγραμμένος, η πορεία της συγκεκριμένη και σαφής. Τι γίνεται όμως όταν ένα τέτοιο πλάσμα αρχίζει να οραματίζεται ότι, ίσως, υπάρχει ελπίδα για μια διαφορετική ζωή;
Ο γιος του Φερνάντο Μεϊρέλλες παραδίδει την πτυχιακή του, μ' έναν προϋπολογισμό που σίγουρα δεν θα είχε στη διάθεσή του χωρίς το επώνυμο αυτό. Σύντομα όμως κατορθώνει να πείσει ότι έχει αρκετή φρεσκάδα κι επινοητικότητα για να τον αξίζει και μας προσφέρει ένα πρωτότυπο και τολμηρό πρωτόλειο, που παίζει στα δάχτυλα αρκετά παράλληλα υπονοούμενα, κάνοντάς μας να γελάμε... μ' έναν κόμπο στο λαιμό.
Βραβείο καλύτερης φωτογραφίας και μοντάζ στο φεστιβάλ Cine PE 2013

Phoenix

Funeral A Cigana, 2012, 15'
Κωμωδία
http://funeralacigana.com/
Dir: Fernando Honesko
Ένας τσιγγάνος πεθαίνει και οι παραδόσεις επιβάλλουν να ταφεί στη γενέτειρά του. Όμως ο νόμος και η γραφειοκρατία δεν λαμβάνουν υπόψη τις παραδόσεις ούτε τα συναισθήματα. Το μακρύ ταξίδι θα σταματήσει και θα γίνει αφορμή για μια βαθιά ανθρώπινη κωμωδία λαθών και παρεξηγήσεων.
Ο Φερνάντο Ονέσκο με την πρώτη του ταινία παρουσιάζει ένα σχόλιο πάνω σε νοοτροπίες και συμπεριφορές που διαδραματίζονται στην άλλη άκρη του κόσμου κι όμως είναι τόσο μα τόσο οικείες.
Βραβείο Καλύτερης Ταινίας 2012 στο FIIK - Διεθνές Φεστιβάλ Ανεξάρτητου Κινηματογράφου.
Βραβείο Κοινού 2012 στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών του Ρίο ντε Ζανέιρο

ΤΟ ΟΡΙΟ | LIMITE (1930) Μάριο Πεϊσότο Mario Peixoto

Το Limite, η πρώτη ταινία του εικοσάχρονου συγγραφέα και σκηνοθέτη Mário Peixoto, παρέμενε επί χρόνια το "άγνωστο αριστούργημα", όπως το χαρακτήρισε ο Georges Sadoul, στην "Ιστορία του Κινηματογράφου", ο οποίος, όντας στη Βραζιλία το 1960, ταξίδεψε ειδικά στο Ρίο ντε Ζανέιρο για να το δει. Δεν ευτύχησε όμως, όπως και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί κριτικοί. Υπήρχε μια και μοναδική κόπια σε εύφλεκτο φιλμ, κι αυτή βρισκόταν σε διαδικασία αποκατάστασης η οποία κράτησε από το 1959 έως το 1978, οπότε και προβλήθηκε ξανά. Το είχε όμως δει και εκθειάσει πριν απ' αυτόν ο Sergei Eisenstein. Ο δε Orson Welles, όταν γύριζε στο Ρίο το It's all true το παρακολούθησε σε ειδική προβολή.
To 1996, o σκηνοθέτης και παραγωγός Walter Salles, ιδρύει στο Ρίο το Αρχείο Mário Peixoto, στην εταιρεία του, Videofilmes. Διευθυντής είναι ο Saulo Pereira de Mello, παλιός φίλος του Peixoto και υπεύθυνος για την αποκατάσταση της κόπιας και το τεράστιο αρχείο που περιλαμβάνει μια εκτεταμένη συλλογή από χειρόγραφα, σενάρια, επιστολές, ηχητικά ντοκουμέντα, φωτογραφικό υλικό και δημοσιευμένα του έργα, μεταξύ των οποίων και το πρωτότυπο σενάριο του Limite.

Ο Μάριο Μπρέβες Πεϊσότο γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου 1908, την ίδια ακριβώς μέρα που γεννήθηκε και ο Ντέηβιντ Λην, ο αγαπημένος του σκηνοθέτης. Μάλλον γεννήθηκε στις Βρυξέλλες, όπου ο πατέρας του σπούδαζε χημεία. Ο ίδιος δεν το διευκρίνισε ποτέ. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια: η μητέρα του ήταν γόνος πλούσιων καφεμπόρων και η οικογένεια του πατέρα του διέθετε τα διυλιστήρια ζάχαρης στην πόλη Campos. Αφού τέλειωσε το σχολείο στη Βραζιλία, σπούδασε για ένα χρόνο στο Hopedene College στο Σάσσεξ της Αγγλίας. Επιστρέφοντας στη Βραζιλία, συμμετέχει σε μια θεατρική ομάδα. Το 1929, επιστρέφει στην Ευρώπη, κυρίως για να παρακολουθήσει τις τελευταίες κινηματογραφικές παραγωγές. Περπατώντας στο Παρίσι, όπως λέει ο ίδιος, βλέπει στο εξώφυλλο του περιοδικού VU μια φωτογραφία του Αντρέ Κερτέσζ που σε συνδυασμό με μια έντονη διαφωνία με τον πατέρα του, τον εμπνέει να γράψει το ίδιο βράδυ την πρώτη εκδοχή του σεναρίου. Επιστρέφοντας στη Βραζιλία, δίνει το σενάριο σε δυο φίλους του σκηνοθέτες για να το γυρίσουν. Εκείνοι τον συμβουλεύουν να τη γυρίσει ο ίδιος και του προτείνουν οπερατέρ τον Edgar Brazil.
Η ταινία κάνει πρεμιέρα στις 17 Μαΐου 1931, αλλά παρά τις θετικές κριτικές, δεν θα φτάσει ποτέ στο εμπορικό κύκλωμα.
Αμέσως μετά, ο Μάριο αρχίζει να γυρίζει τη δεύτερη ταινία του, το Onde A Terra Acaba [Εκεί όπου τελειώνει η Γη]. Τη χρηματοδοτεί η ηθοποιός Κάρμεν Σάντος, η οποία έπαιζε την πόρνη στην πρώτη του ταινία. Ύστερα όμως από προσωπικές διαφωνίες, τα γυρίσματα διακόπτονται, και παρά τις συνεχείς προσπάθειές του μέχρι τη δεκαετία του '80, το Limite θα παραμείνει η μοναδική του ταινία. Στη συνέχεια έγραψε και αρκετά άλλα σενάρια, κανένα όμως από τα οποία δεν γυρίστηκε ποτέ. Το 1966-67 αρχίζει να ξαναγράφει, και συνέχισε σχεδόν μέχρι το θάνατό του, ένα μυθιστόρημα που είχε δημοσιεύσει στη δεκαετία του '30. Η σύντομη αρχική βερσιόν αποκτά τώρα 6 τόμους και 2.000 σελίδες με πάμπολλες αυτοβιογραφικές αναφορές. Μόνο όμως ένας τόμος εκδόθηκε το 1984.
Έχοντας πια πουλήσει όλη του την τεράστια πατρική περιουσία περνά τα τελευταία του χρόνια σε ένα μικρό διαμέρισμα στην Κοπακαμπάνα με την οικονομική υποστήριξη του Βάλτερ Σάλλες.
Η ταινία εξακολουθεί να παραμένει σταθμός στην ιστορία του βραζιλιάνικου κινηματογράφου. Το 1988, η Ταινιοθήκη της Βραζιλίας χαρακτήρισε το Limite ως την καλύτερη βραζιλιάνικη ταινία όλων των εποχών, και η κυβέρνηση της Πολιτείας του Ρίο ντε Ζανέιρο βραβεύει τον σκηνοθέτη. Ένα χρόνο αργότερα παίρνει μια υποτροφία για να τελειώσει το εξάτομο μυθιστόρημά του. Το 1991 όμως αρρωσταίνει, και καταφέρνει να επιζήσει χάρη στη γενναιόδωρη βοήθεια του Βάλτερ Σάλλες. Πεθαίνει στις 2 Φεβρουαρίου του 1992.

Ο Μάριο Πεϊσότο ήταν πανύψηλος, αριστοκράτης, μορφωμένος, έξυπνος, εξαιρετικός στο να διηγείται ιστορίες. Πολλοί τον χαρακτήρισαν μισάνθρωπο, ήταν όμως το εντελώς αντίθετο. Ήταν εξαιρετικά ευχάριστος με τη συντροφιά που επέλεγε ο ίδιος. Αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του, όσο είχε χρήματα, να συλλέγει έργα τέχνης της αποικιακής περιόδου της Βραζιλίας. Είχε αρχικά την πρόθεση να κάνει ένα μουσείο, δεν τα κατάφερε όμως ποτέ. Γνώριζε καλά τον κινηματογράφο και θαύμαζε τους γερμανούς σκηνοθέτες, και ιδιαίτερα τον Μουρνάου. Εκτιμούσε τον Αϊζενστάιν για το μοντάζ του και τον Τσάπλιν για την ποίηση και τις σκηνοθετικές του ικανότητες. Μισούσε όμως την πρωτοπορία, και συχνά αναφερόταν σαρκαστικά στον Ανδαλουσιανό σκύλο ή τη Χρυσή εποχή. Ήταν άνθρωπος υπομονετικός, υπερβολικά τελειομανής, τόσο στο γράψιμο, όσο και στη φροντίδα των συλλογών του, το σπίτι, το ντύσιμο. Μεγάλωσε μέσα στην υψηλή αριστοκρατία του Ρίο. Το 1927, 19 χρονών πάει στην Αγγλία, σε ένα κολέγιο στο Σάσσεξ, αλλά παραπονιέται στο ημερολόγιό του για το κλίμα και το ταμπεραμέντο των Εγγλέζων. Ψυχρά και τα δυο. Επιστρέφοντας, γνωρίζεται με τον Μπρούτους Πεντρέιρα και τον Οκτάβιο ντε Φαρία. Ο Μπρούτους μάλιστα θα επιμεληθεί τη μουσική επένδυση στο Limite. O Μάριο έχει δηλώσει ότι ο Μπρούτους τον ώθησε να γυρίσει το Limite, και τον ανάγκαζε να δουλεύει. Μένει στη Βραζιλία δύο χρόνια και το 1929 επιστρέφει στην Ευρώπη για να παρακολουθήσει τις νέες κινηματογραφικές παραγωγές. Πρέπει να πούμε ότι η διετία 1927-1929 ήταν καθοριστική ως προς την εμφάνιση του Limite.
Στη Βραζιλία προβάλλονταν αρκετές παραγωγές του παγκόσμιου αλλά και εγχώριου κινηματογράφου... Μουρνάου, Κινγκ Βιντόρ, Γκρίφφιθ. Θέλει όμως να επιστρέψει στην Αγγλία για να δει ό,τι δεν ερχόταν στη Βραζιλία.
Ο πατέρας του δεν συμβιβαζόταν με την ιδέα να γίνει σκηνοθέτης ο γιος του. Τον ήθελε γιατρό. Θα πρέπει να ήρθαν σε μεγάλη σύγκρουση, όπως θα δηλώσει αργότερα ο ίδιος ο Μάριο. Φτάνοντας στο Παρίσι, πάντως, στενοχωρημένος από τη διαφωνία με τον πατέρα του και βλέποντας στο εξώφυλλο του περιοδικού VU μια φωτογραφία του Αντρέ Κερτέζς με ένα γυναικείο πρόσωπο πίσω από ένα ζευγάρι αντρικά χέρια με χειροπέδες, κάθεται και γράφει το ίδιο βράδυ το σενάριο της ταινίας.
Ο Μάριο είχε "δει" αποσπάσματα της ταινίας, όχι ολόκληρη την ταινία. "Είδα μια φλογισμένη θάλασσα, μια σανίδα και μια δεμένη γυναίκα. Ήταν η τελευταία σκηνή. [...] και διάφορες άλλες, κράτησα σημειώσεις και τα άφησα." "Το έγραψα όλο στο χαρτί του ξενοδοχείου. Ήταν το ξενοδοχείο Bayard."
Επιστρέφει πάντως στη Βραζιλία δυο μέρες πριν από το κραχ του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης που θα διέλυε την οικονομία, θα βοηθούσε όμως την επέκταση του ομιλούντα κινηματογράφου. Μετά το ταξίδι του στην Ευρώπη ήταν πεπεισμένος ότι μπορούσαν και στη Βραζιλία να κάνουν ταινίες άλλου επιπέδου. Έτσι αποφάσισε να γυρίσει μια ταινία. Ίσως με την προτροπή του Μπρούτους Πεντρέιρα. Κάπου εκεί στις αρχές του 1930 μετέτρεψε σε σενάριο την αρχική ιδέα του Παρισιού. Ο Μάριο Πεϊσότο πάντως δεν είχε την παραμικρή διάθεση να σκηνοθετήσει την ταινία, και πρότεινε στον Αντεμάρ Γκονζάγκα να τη γυρίσει. Εκείνος αρνήθηκε επειδή ενώ θεωρούσε το σενάριο εκπληκτικό, πίστευε πως θα ήταν εμπορική αποτυχία" γιατί το σενάριο του Πεϊσότο δεν είχε καμιά σχέση με τα σενάρια που γυρίζονταν μέχρι τότε. Μετά την άρνηση του Γκονζάγκα, το προτείνει στον Ουμπέρτο Μάουρο, ο οποίος του λέει ότι "ήταν τόσο πολύ ιδιαίτερο και τόσο διαφορετικό, που μόνο όποιος το είχε γράψει θα μπορούσε να το γυρίσει". Και οι δυο τους πάντως του πρότειναν τον Εντγκάρ Μπραζίλ για οπερατέρ. Ο Μάριο αγοράζει με δόσεις μια Kynamo με σασί και τους δανείζουν μια Hernemann και προβολείς από το εργοστάσιο σοκολάτας του Ζόρζε Μπέρινγκ ντε Μάτος, ξαδέρφου του Μάριο.
Η ταινία γυρίστηκε στην παραλία Μανγκαρατίμπα του Ρίο ανάμεσα στον Μάιο του 1930 και τον Ιανουάριο του 1931. Το συνεργείο έμενε στο κτήμα ενός θείου του Μάριο, δημάρχου της Μανγκαρατίμπα. Η συνεισφορά του με τις διευκολύνσεις που τους προσέφερε ήταν αποφασιστική για την ολοκλήρωση της ταινίας.

Limite: Μια ελεύθερη ματιά στη χώρα της επανάληψης
του Βάλτερ Σάλλες

Τελευταία πόρτα στο μακρύ διάδρομο ενός παλιού εμπορικού κτηρίου, σε μια μικρή πόλη δυο ώρες απ' το Ρίο ντε Ζανέιρο. To διαμέρισμα δεν ήταν πάνω από είκοσι τετραγωνικά. Ένα στενό κρεβάτι, μερικά ράφια με βιβλία και φάρμακα, και τίποτα άλλο. Εκεί ζούσε ο Μάριο Πεϊσότο στο τέλος της ζωής του, στα μέσα της δεκαετίας του '80.

Είχα πάει να συναντήσω το σκηνοθέτη μιας από τις πιο βραζιλιάνικες και πιο εκπληκτικές ταινίες όλων των εποχών: το Limite, που ο Πεϊσότο γύρισε το 1931, σε ηλικία 22 χρονών. Στα 75 του, τα μάτια του εξακολουθούσαν να λάμπουν από περιέργεια. Θυμάμαι ακόμα τον πρώτο μας διάλογο:

-Ελάτε μέσα, κοιτάξτε πίσω σας και πείτε μου τι βλέπετε, μου λέει.
Στον τοίχο είχε μόνο ένα ρολόι.
-Ένα ρολόι, Μάριο.
-Και τι λέει;
-Ότι είναι τέσσερις το απόγευμα.
-Όχι, κοιτάξτε το δείχτη για τα δευτερόλεπτα... λέει συν ένα, συν ένα, συν ένα, στην ουσία σού λέει μείον ένα, μείον ένα.

Έτσι μοιράστηκε αμέσως από την αρχή ο Μάριο Πεϊσότο την εμμονή του για το θέμα που τον κυνηγούσε σε όλη του τη ζωή: το πεπερασμένο του ανθρώπου.

Όπως ο Ρεμπώ ή ο Γουίτμαν, έτσι κι ο Μάριο άρχισε απ' το τέλος. Δημιούργησε ένα έργο θεσπέσιο, ακριβές, ουσιαστικό. Έκλεισε τον κύκλο του βωβού βραζιλιάνικου κινηματογράφου, προτείνοντας έναν άλλο, τον κύκλο του ουσιαστικά ποιητικού κινηματογράφου, όχι αφηγηματικού, χωρίς όμως να του λείπει το νόημα. Ας υπενθυμίσουμε σε όσους πιστεύουν ότι το Limite είναι φορμαλιστική ταινία, ότι ο Μάριο Πεϊσότο άγγιξε, από την πρώτη του κιόλας ταινία ένα πανανθρώπινο φιλοσοφικό ερώτημα, το σοκ ανάμεσα στον άνθρωπο που γνωρίζει ότι είναι θνητός και το άπειρο σύμπαν που τον περιβάλλει. Και το αντιμετώπισε με εντυπωσιακή ωριμότητα για έναν νεαρό που μόλις είχε βγει από την εφηβεία.

"Αυτή ακριβώς η συμπαντική διάσταση κάνει το Limite φαουστικό (στην προσπάθειά του αυτή να συλλάβει το άπειρο...) και όχι φορμαλιστικό", μας υπενθυμίζει ο πιο σημαντικός υπέρμαχος της ταινίας, ο Σάουλο Περέιρα ντε Μέλλο, υπεύθυνος για τις δυο πρώτες αποκαταστάσεις της ταινίας. Ο Σάουλο έκανε στην πρώτη αποκατάσταση το 1958, ωθούμενος από τον καθηγητή Πλίνιο Ζύσσεκιντ Ρόσα, διότι η ταινία βρισκόταν σε αποσύνθεση. Επέβλεψε τη δεύτερη υπό το προσεκτικό βλέμμα της Πατρίσια ντε Φιλλίπι και χάρη στην υποστήριξη της Ταινιοθήκης της Βραζιλίας.

Το Limite είναι η πρώτη και τελευταία ταινία του Πεϊσότο. Στη χώρα όπου όλα προβάλλονται σε σειρές, ένα μοναδικό έργο δεν αρκεί. Θέλουμε περισσότερα. Συνηθισμένοι στην αισθητική σε επανάληψη, δεν αντιλαμβανόμαστε ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο καμιά φορά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση του Μάριο Πεϊσότο, θα τολμούσα να πω πως είχε την τύχη να βρει τις απόλυτα ιδανικές συνθήκες για την πρώτη του ταινία, που τη γύρισε με φίλους, υπό την επήρεια της ομάδας που τον δέχτηκε σαν μέλος, πολύ νέο, όταν γύρισε από την Ευρώπη επηρεασμένος ήδη από το γερμανικό ιμπρεσιονισμό και τα έργα του Πουντόφκιν και του Αϊζενστάιν. Το Limite δεν θα υπήρχε αν δεν υπήρχαν διανοούμενοι όπως η Εουζένια και ο Άλβαρο Μορέυρα, μέσω των οποίων γνώρισε ο Πεϊσότο τον Μπρούτους Πεντρέιρα, τον υπεύθυνο για τη μουσική της ταινίας, τον Ραούλ Σνοορ, έναν από τους ηθοποιούς, και τον φωτογράφο Εντγκάρ Μπραζίλ, απαράμιλλο εφευρέτη.

Ο Μάριο Πεϊσότο, καλλιτέχνης με ελεύθερο βλέμμα (για να επαναλάβω την έκφραση του Οσβάλντ ντε Αντράντε), ήταν άνθρωπος με σπάνια ακεραιότητα και ριζοσπαστισμό, που κατάλαβε γρήγορα ότι δεν θα συναντούσε ξανά τις ίδιες συνθήκες όταν άρχιζε τα γυρίσματα της δεύτερης ταινίας του, Εκεί όπου τελειώνει η γη. Αντίθετος στη λογική ενός πιο εμπορικού κινηματογράφου, προτίμησε να εγκαταλείψει την ταινία στα μισά. Δεν ξαναπάτησε τα πόδια του σε γύρισμα. Αφιέρωσε την υπόλοιπη ζωή του στην ποίηση και τα μυθιστορήματα.

Για τον Πεϊσότο όμως, αν θα τολμούσα να πω, το πιο σημαντικό υπήρξε το Limite. Ήθελε το αριστούργημά του να είναι απόλυτα κατανοητό, και όχι να αιωρείται στον χρόνο, δίχως ένα πριν κι ένα μετά. Κι εκεί ακριβώς, πιστεύω, τίθεται το σημαντικό ερώτημα, να καταλάβουμε δηλαδή, γιατί το Limite, η ταινία που ανήγγελλε το μοντερνισμό στον βραζιλιάνικο κινηματογράφο, όπως ακριβώς το έκανε η Εβδομάδα Μοντέρνας Τέχνης του '22(*) για τις καλές τέχνες, την ποίηση και τη λογοτεχνία, δεν άλλαξε τον κινηματογράφο, ούτε άφησε συνεχιστές, παρά μόνο φανατικούς θαυμαστές. Τόσο οι τρεις πρώτες μέρες της Εβδομάδας Μοντέρνας Τέχνης όσο και η πρώτη προβολή του Limite, υποτιμήθηκαν από τον Τύπο της εποχής. Το κίνημα αυτό όμως, με ηγέτες τον Μάριο και τον Οσβάλντ ντε Αντράντε ήταν τόσο ισχυρό, που μετά την Εβδομάδα Μοντέρνας Τέχνης τίποτα πια δεν θα ήταν όπως πριν.

Δεν συνέβη όμως το ίδιο με τον Μάριο Πεϊσότο, τον μοναδικό δημιουργό. Όταν προβλήθηκε το Limite, ζούσαμε έναν κινηματογραφικό παρνασσισμό, και συνεχίσαμε να τον ζούμε επί πολύ καιρό. Ο Μάριο, ασύγχρονος, ξένος στην εποχή του και στον κινηματογράφο που έκαναν τότε, και που συνεχίστηκε απαράλλαχτος στη Βραζιλία, μάστορας του ποιητικού κινηματογράφου, του κινηματογράφου της απόλυτης εφεύρεσης, κατέληξε να απομονωθεί, καλλιτεχνικά και ουσιαστικά, στο καταφύγιό του στο νησί Ίλια Γκράντε. Ίσως ο παλιός μάστορας και δημιουργός να ήταν υπερβολικά πολλά χρόνια μπροστά απ' τον καιρό του.

Θυμάμαι την αντίδρασή του, όταν λίγο καιρό πριν τον θάνατό του, παρακολούθησε για πρώτη φορά το Limite στη μικρή οθόνη μιας τηλεόρασης που μετέδιδε την ταινία του από βιντεοκασέτα. Το Limite είναι φτιαγμένο για την απεραντοσύνη της οθόνης του κινηματογράφου, κι όχι γι' αυτό το πράγμα!" σχολίασε.

(*)Η Εβδομάδα Μοντέρνας Τέχνης του '22, πραγματοποιήθηκε στο Σάο Πάολο το 1922 όπου παρουσίασαν έργα τους σχετικά με τον μοντερνισμό ζωγράφοι, ποιητές, λογοτέχνες και μουσικοί. Πήραν μέρος μεταξύ άλλων, ο Μάριο ντε Αντράντε, ο Οσβάλντ ντε Αντράντε, ο Πλίνιο Σαλγκάντο, ο Εϊτόρ Βίλλα-Λόμπος. Σ.τ.Μ.

Για τρίτη φορά, το cineBRatenas 2013 (η 3η Εβδομάδα Βραζιλιάνικου Κινηματογράφου), στη φετινή καλοκαιρινή εκδοχή της, διοργανώνεται από τη Βραζιλιάνικη Πρεσβεία και την Ταινιοθήκη της Ελλάδος και προσκαλεί το θεατή από τις 27/6 ως τις 3/7 στην αίθουσα Λαΐς να ταξιδέψει σε μια δυναμική ήπειρο εικόνων και ήχων. Αντλώντας από την ζωντανή πολυμορφία μιας ανήσυχης κινηματογραφίας το πρόγραμμα παρουσιάζει έντεκα μικρού και δεκατρείς μεγάλου μήκους ταινίες -όλες εκτός από δύο σε πρώτη προβολή- και συνοψίζει τις νέες κατευθύνσεις, το παρόν και το μέλλον του βραζιλιάνικου σινεμά, δίχως να παραλείπει τα ορόσημα του παρελθόντος του.

To όριο του νέου κινηματογράφου

Ένα τέτοιο ορόσημο είναι το Όριο φιλμ-πείραμα, φιλμ-φάντασμα, φιλμ-θρύλος. Γυρισμένο το 1930 από τον εικοσάχρονο εστέτ και πρωτοεμφανιζόμενο σεναριογράφο/σκηνοθέτη Μάριο Πεϊσότο (Mario Peixoto), τον έμπειρο φωτογράφο Εντγκάρ Μπραζίλ (Edgar Brasil) (συνεργάτη του Ουμπέρτο Μάουρο [Umberto Mauro]) και μια μικρή ομάδα φίλων, το Όριο ύστερα από ελάχιστες δημόσιες προβολές είχε εξαφανιστεί για τουλάχιστον μία εικοσαετία από τις οθόνες ώσπου να επανεμφανιστεί στη δεκαετία του εβδομήντα. Ακόμα και ο μεγάλος ιστορικός του κινηματογράφου Ζωρζ Σαντούλ ταξίδεψε μάταια από το Παρίσι στο Ρίο ντε Ζανέιρο το 1960 μόνο και μόνο για να το δει. Όταν η μοναδική κόπια της ταινίας ύστερα από πολλές περιπέτειες αποκαταστάθηκε, επιβεβαίωσε τη φήμη της. Συνοψίζοντας τις αναζητήσεις όχι μόνο της ευρωπαϊκής αλλά και της βραζιλιάνικης πρωτοπορίας της δεκαετίας του είκοσι το Όριο είναι ένα από τα τελευταία αριστουργήματα του βουβού κινηματογράφου και εξακολουθεί ακόμα να εκπλήσσει με την αινιγματική ομορφιά και την πειραματική μορφή του. Αφηρημένος στοχασμός πάνω στο χρόνο και την ανθρώπινη κατάσταση, το φιλμ αποτελεί μια νεανική κραυγή για το τι θα μπορούσε να είναι ο κινηματογράφος αν δεν είχε κυριαρχήσει η λογική του ομιλούντος, της αναπαράστασης και της εμπορικότητας: μια ασυμβίβαστη, καθαρή τέχνη της εικόνας.

Ο δεύτερος σταθμός στο παρελθόν της φετινής διοργάνωσης είναι η προβολή ενός άλλου πολύ διαφορετικού ορόσημου: του κλασικού Ξερές ζωές [Vidas Sêcas] που φέτος κλείνει πενήντα χρόνια ζωής. Γυρισμένο από τον αναμφισβήτητο πατριάρχη του «σινέμα νόβο» Νέλσον Περέιρα ντος Σάντος [Nelson Pereira dos Santos], το πρώτο αριστούργημα του σπουδαιότερου βραζιλιάνικου κινηματογραφικού ρεύματος, αφηγείται την οδύσσεια μιας ξεριζωμένης οικογένειας σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής: μια περιπλάνηση στην άνυδρη ενδοχώρα της βορειοανατολικής Βραζιλίας που καταλήγει στο πουθενά της ακραίας φτώχειας. Με την αυθεντικότητα και τη λιτότητα του νεορεαλισμού η ταινία κατάφερε να κλείσει μια σκληρή κοινωνική πραγματικότητα σε μια κάψουλα χρόνου που ακόμα και σήμερα αποτελεί ένα δραστικό αντίδοτο στην αβάσταχτη ελαφρότητα του κινηματογράφου.

Ο κινηματογράφος μετά το σινέμα νόβο

Η παράδοση του σινέμα νόβο εξακολουθεί να τροφοδοτεί την έμπνευση των νεότερων βραζιλιάνων δημιουργών. Με την τρίτη του σκηνοθεσία, Στην άκρη του δρόμου [À beira do caminho] (2012), ο βραβευμένος πρώην διευθυντής φωτογραφίας Μπρένο Σιλβέιρα [Breno Silveira] και δημιουργός ίσως της πιο εμπορικής ταινίας της τελευταίας εικοσαετίας Οι δύο γιοι του Φρανσίσκο [Dois filhos de Francisco], ξαναγυρίζει στις διαδρομές του σινέμα νόβο. Αφηγείται την ιστορία ενός φορτηγατζή που παλεύει να ξεπεράσει το τραύμα και την ενοχή του για την απώλεια της γυναίκας του. Κάπου στο δρόμο συναντάει ένα ορφανό αγόρι που αναζητεί τον πατέρα του και η σχέση του με το παιδί θα τον βοηθήσει να συμφιλιωθεί με την απώλεια και να ξαναπλησιάσει τη δική του οικογένεια. Ταινία δρόμου και συναισθημάτων στηρίζεται εξαιρετικά από τους πρωταγωνιστές της: τον Ζοάο Μιγκέλ [Zoão Miguel], έναν από τους πολυτιμότερους ηθοποιούς του νέου βραζιλιάνικου κινηματογράφου και τον ταλαντούχο Βινίσιους Νασιμέντο [Vinicius Nascimento] ακόμα ένα παιδί θαύμα στις οθόνες μας.

Ένα ενδιαφέρον γυναικείο πρόσωπο και μια επίσης βραβευμένη, δυνατή ερμηνεία (από την τηλεοπτική σταρ Καμίλα Πιτάνγκα [Camila Pitanga]) βρίσκονται στην καρδιά τού Θα δεχόμουν και τα χειρότερα νέα από τα όμορφά σου χείλη [Eu receberia as piores notícias dos seus lindos lábios] (2011). Το τελευταίο φιλμ του Μπέτο Μπραντ [Beto Brant] με συν-σκηνοθέτη τον Ρενάτο Σιάσκα [Renato Ciasca] διασκευάζει ένα μυθιστόρημα σε σύγχρονο ερωτικό (μελό)δραμα. Σε μια μικρή θρησκόληπτη κοινότητα στην ενδοχώρα του Παρά, ο περιπετειώδης φωτογράφος Καουμπύ, η μυστηριώδης και ασταθής Λαβίνια και ο σύζυγός της, πάστορας Ερνάνι, συνδέονται και συγκρούονται σ' ένα παθιασμένο ερωτικό τρίγωνο. Όμως όλες οι δυνάμεις – το συντηρητικό περιβάλλον, το τραυματικό παρελθόν της γυναίκας, η εξάρτησή της από τον πάστορα κι ένα σκληρό παιχνίδι του πεπρωμένου- θα οδηγήσουν τη σχέση αυτή σε τραγική κατάληξη.

Τελείως διαφορετικό το σκηνικό στη δεύτερη ταινία τού Σέλτον Μέλλο [Selton Mello] Ο Παλιάτσος [O Palhaço] (2011). Εδώ ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς του νέου βραζιλιάνικου κινηματογράφου σκηνοθετεί τις γλυκόπικρες περιπέτειες ενός περιοδεύοντος τσίρκου. Στο αποκορύφωμα μιας προσωπικής κρίσης ο κλόουν Μπενζαμίν, που ερμηνεύει ο Σέλτον Μέλλο, αποφασίζει να εγκαταλείψει το θίασο και να δοκιμάσει να εργαστεί ως υπάλληλος. Όμως η θλιβερή πραγματικότητα της «κανονικής » ζωής τον κάνει να συνειδητοποιήσει ότι δεν έχει εναλλακτική λύση. Ισορροπώντας κάπου ανάμεσα στο σαρδόνιο χιούμορ του κλασικού Μπάι μπάι Μπραζίλ [Bye Bye Brazil] του Κάρλος Ντιέγκες [Carlos Diegues] και τη μελαγχολική ματιά των πρώτων ταινιών του Φελλίνι η ταινία βραβεύτηκε σε πολλά φεστιβάλ και αγαπήθηκε από το βραζιλιάνικο κοινό.

Εικόνες της μουσικής

Στον φυσικό τους χώρο, τη σκηνή του θεάτρου, οι νεαροί ηθοποιοί και μουσικοί του Λέο και Μπία [Leo e Bia] (2010), που γυρίστηκε από τον μουσικό και πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη Οσβάλντο Μοντενέγκρο [Oswaldo Montenegro] βρίσκονται στο κατώφλι της πρώτης τους σημαντικής, επαγγελματικής παράστασης στην Μπραζίλια τη δεκαετία του εβδομήντα. Αυτοσχεδιάζοντας στις πρόβες, δραματοποιούν όχι μόνο τη δυσκολία της καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά και την προσωπική ζωή τους. Τα οικογενειακά και ερωτικά προβλήματα, οι εσωτερικές σχέσεις της ομάδας, οι αντισυμβατικές ιδέες και οι συγκρούσεις των προσώπων με τη λογοκρισία της δικτατορίας- όλα διοχετεύονται σε ένα φρέσκο, μουσικό-θεατρικό δρώμενο, ένα «ιδεολογικό» μιούζικαλ που συγχέει συστηματικά την πραγματικότητα με την αναπαράσταση.
Αλλά και το μοναδικό ντοκιμαντέρ του προγράμματος εμπνέεται από τον κόσμο της μουσικής. Γυρισμένο το 2005, το 13ο φιλμ του Μιγκέλ Φαρία Ζούνιορ [Miguel Faria Junior] Βινίσιους [Vinicius] σκιαγραφεί το έργο και την προσωπικότητα του μεγάλου ποιητή, στιχουργού και συνθέτη Βινίσιους ντε Μοράες [Vinicius de Moraes] που σφράγισε μιαν άλλη, λιγότερο βίαιη τομή στην ιστορία της βραζιλιάνικης μουσικής: τη μπόσσα νόβα. Η ταινία στηρίζεται σ' ένα pocket show προς τιμήν του Βινίσιους και μέσα από μαρτυρίες συγγενών, συνεργατών και φίλων ανασυνθέτει την πορεία ενός ανθρώπου που ξεκίνησε από τα αριστοκρατικά σαλόνια της λογοτεχνίας και της διπλωματίας και κατέληξε να γίνει σύμβολο μεγάλου λαϊκού καλλιτέχνη και μποέμ. Προβάλλεται με αφορμή τη συμπλήρωση ενός αιώνα από τη γέννηση του Βινίσιους ντε Μοράες.

Ξαναδουλεύοντας τα είδη

Άραγε το ποιητικό σύμπαν του Βινίσιους έχει θέση στη σημερινή ωμή και δύσκολη πραγματικότητα που αποτελεί τη βασική πρώτη ύλη για τον νέο βραζιλιάνικο κινηματογράφο; Η μεγάλη παραγωγή και εμπορική επιτυχία Ομάδα επίλεκτων 2 [Tropa de Elite 2] του Ζοζέ Παντίλια [José Padilha] μας προσγειώνει ανώμαλα στην «πολεμική ζώνη» του Ρίο ντε Ζανέιρο. Εκεί ο έντιμος και σκληροτράχηλος συνταγματάρχης των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας Νασιμέντο, άθελά του γίνεται πρώτα πιόνι σε πολιτικές μηχανορραφίες και ύστερα κινούμενος στόχος ανάμεσα σε διασταυρούμενα πυρά. Από τη μια μεριά ο εξωτερικός εχθρός, οι δολοφονικές συμμορίες στις φαβέλες, από την άλλη ο εσωτερικός, μια διεφθαρμένη ομάδα αστυνομικών της δίωξης ναρκωτικών που συμπεριφέρεται εξίσου εγκληματικά. Με εντυπωσιακή δεξιοτεχνία ο σκηνοθέτης αφηγείται μια σύγχρονη, κοινωνική τραγωδία γεμάτη προδοσίες και ανατροπές, που έγραψε ο σεναριογράφος της Πόλης του Θεού [Cidade de Deus] Μπράουλιο Μαντοβάνι [Bráulio Mantovani. Και ο πρωταγωνιστής Βάγκνερ Μόουρα [Wagner Maura] (όπως άλλωστε και όλοι οι ηθοποιοί της ταινίας) υπερασπίζεται έναν σύνθετο και αντιφατικό ρόλο με αυθεντικό πάθος.

Στη ζώνη του λυκόφωτος των απατεώνων, των γκάνγκστερ και των διεφθαρμένων πολιτικών κινείται το εντυπωσιακό ντεμπούτο Δυο τρυγόνια [2 Coelhos] (2012) του Αφόνσο Πογιάρτ [Afonso Poyart], που προέρχεται από τον κόσμο της διαφήμισης. Η σεναριακή αφετηρία θα μπορούσε να καταλήξει σε μια ρεαλιστική μυθοπλασία κοινωνικής κριτικής: ο τριαντάχρονος Εντγκάρ από το Σάο Πάουλο βάζει σε εφαρμογή ένα έξυπνο σχέδιο για να κλέψει το βρόμικο χρήμα με το οποίο ένας επικίνδυνος γκάνγκστερ προσπαθεί να εξαγοράσει την προστασία κάποιου βουλευτή. Όμως ο σκηνοθέτης ανακατεύοντας τα κινηματογραφικά είδη και επιλέγοντας μια παιγνιώδη, μη γραμμική αφήγηση δίνει στην ταινία τη μορφή ενός κινηματογραφικού παζλ. Μαύρη κωμωδία και γκανγκστερικό φιλμ, ψευτοντοκιμαντέρ και κινούμενα σχέδια, ρεαλιστικές σκηνές δράσης και ειδικά εφέ, πολύ καλές ερμηνείες των ηθοποιών και βιντεοπαιχνίδια- όλα τελικά βρίσκουν τη θέση τους σ' αυτό το μεταλλαγμένο φιλμ νουάρ της μετα-facebook εποχής.

Cinema novíssimo?

Τελείως διαφορετική είναι η πρόταση του Ήχοι από τα πέριξ [Som ao Redor] (2012) με το οποίο ο σαρανταπεντάχρονος, πρώην κριτικός και μικρομηκάς Κλέμπερ Μεντόνσα Φίλιο [Kléber Mendonça Filho] περνάει στη μυθοπλασία μεγάλου μήκους. Μια λιτή, παρατηρητική, πολυφωνική αφήγηση που καταγράφει σχεδόν σαν ντοκιμαντέρ την πεζή καθημερινότητα μιας σειράς χαρακτήρων από το Ρεσίφι. Όταν μια μικρή ομάδα ιδιωτικής ασφάλειας αναλαμβάνει υπηρεσία στους δρόμους της γειτονιάς όλη η ζωή των πολιτών -τα προβλήματα, οι σχέσεις, οι προστριβές τους- αλλάζει με απροσδόκητο τρόπο.

Το απροσδόκητο είναι ο κυρίαρχος νόμος στον σοκαριστικό, περιθωριακό (υπό)κοσμο του Κλάουντιο Ασσίς [Claudio Assis], του ασυμβίβαστου σκηνοθέτη από το Περναμπούκο, όπου γεννήθηκε και μεγαλώνει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον νεότατο σινεμά (cinema novíssimo). Η τρίτη και πιο ώριμη ταινία του, Αρουραίος πυρετός [A Febre do Rato], περιστρέφεται γύρω από έναν αναρχικό ποιητή που κηρύττει την απόλυτη απελευθέρωση ακόμα και από τα όρια της λογικής σε μια ομάδα χαρακτήρων που ούτως ή άλλως ζουν έξω από τις νόρμες του κυρίαρχου καθωσπρεπισμού. Η γνωριμία του ποιητή με μια νεαρή γυναίκα θα λειτουργήσει ως καταλύτης. Στο τέλος η παραληρηματική ουτοπία του θα υπερβεί το όριο της γραφικότητας και θα οδηγηθεί σε μιαν άνιση σύγκρουση με την εξουσία. Κοιτάζοντας κατάματα έναν διαλυμένο κόσμο εκτός ελέγχου και δίνοντάς του την καθαρότητα μιας αυστηρής, ασπρόμαυρης φόρμας ο Κλάουντιο Ασσίς μέσα από μια απροσδόκητη διαδρομή ξαναβρίσκει μια καινούρια αφετηρία στην παράδοση του σινέμα νόβο. Η ταινία του, μεταξύ πολλών άλλων διακρίσεων, ψηφίστηκε και ως η καλύτερη του 2012 από την Ένωση Βραζιλιάνων Κριτικών.