Θεωρήθηκε ως η εξέλιξη του Φωτορεαλισμού λόγω των συγκεκριμένων μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργήσουν «έργα που δεν απεικονίζουν πραγματικότητες αλλά προκαλούν αμφιβολία γι' αυτό που θεωρούμε πραγματικότητα», όπως αναφέρει σε κείμενό του ο W. Dṻttmann. Ο όρος αυτός εφαρμόζεται κυρίως σε ένα ανεξάρτητο καλλιτεχνικό κίνημα και ύφος τέχνης στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη που έχει αναπτυχθεί από τις αρχές της δεκαετίας του '70.
Οι δύο βασικότεροι εκπρόσωποι αυτού του κινήματος ήταν οι Duane Hanson και John De Antrea, επηρεαζόμενοι από το καλλιτεχνικό έργο του Segal. Ο Segal υπήρξε από τις σημαντικότερες και εφευρετικότερες φυσιογνωμίες στον τομέα των Environments, αφού χρησιμοποίησε πραγματικούς ανθρώπους για τα εκμαγεία του, τα οποία όμως είχαν ένα κοινό άσπρο χρώμα, γεγονός που έδωσε διαφορετικές διαστάσεις και νοηματικές κατευθύνσεις στα έργα του. Όπως θα δούμε όμως και στις περιγραφές των έργων, των προαναφερθέντων υπάρχει μια σημαντική απόκλιση από αυτή την πρακτική του Segal.
Ο Duane Hanson (1925-1996), σαν μια καλλιτεχνική φιγούρα που θέλει να στηλιτεύσει την αμερικανική πραγματικότητα, στα έργα του χρησιμοποιεί καθημερινές ανθρώπινες φιγούρες της αμερικανικής κοινωνίας όπως τη χοντρή Αμερικάνα με το υπερφορτωμένο καρότσι από τα καθημερινά ψώνια στο σούπερ μάρκετ, τον συνταξιούχο τουρίστα με τη βερμούδα και όλα τα σύνεργα της φωτογραφίας και δίπλα του τη γυναίκα του κρατώντας μια πλαστική τσάντα γεμάτη σουβενίρ, τον καταπονημένο αστυνομικό, όπως και άλλα πρόσωπα που βρίσκονται στο στόχαστρο της δηκτικής του σάτιρας λόγω της τραγικότητας και της εφημερότητας τους. Ο Hanson στα έργα του δουλεύει με εκμαγεία από ζωντανά μοντέλα, δημιουργώντας σύγχυση ανάμεσα στο πραγματικό και το τεχνητό, εξασφαλίζοντας την απόλυτη ομοιότητα του εκμαγείου με το μοντέλο χρησιμοποιώντας πραγματικά μαλλιά, ρούχα και εξαρτήματα.
Ο Arnason αναφέρει: «Η απομίμηση είναι τόσο επιτυχής, ώστε η ικανοποίηση που ενδεχομένως να προκαλεί στους θεατές η αναγνώρισή της μπορεί ξαφνικά να μετατραπεί σε τρόμο, όταν αυτό που εμφανίζεται να έχει ζωντανή σάρκα και αίμα, δεν καταφέρνει να αναπνεύσει παραμένοντας άκαμπτο και στατικό σαν τον θάνατο, σαν θύμα επιληψίας ή αποπληξίας.» Τα εκμαγεία του Hanson, είναι συνήθως φυσικού μεγέθους και βαμμένα κατάλληλα. Τα υλικά που χρησιμοποιεί για να πετύχει ένα τόσο φυσικό αποτέλεσμα είναι πολυεστέρες και fiberglass. Κάθε του έργο, είναι θα λέγαμε το αντίστοιχο της φωτογραφίας στη ζωγραφική. Ο Rosenberg τον είχε χαρακτηρίσει ως «ισχυρό καλλιτέχνη» και αντάξιο της φύσης, αν όχι ανώτερό της.
Ο John De Antrea (1941-), διαμορφώνει το έργο του με μια σημαντική διαφοροποίηση από αυτό του Hanson, διότι οι μορφές του είναι κατά κανόνα γυμνές είτε πρόκειται για άντρες είτε γυναίκες. Χρησιμοποιεί ανώνυμες φιγούρες, οι οποίες βρίσκονται στην άνοιξη της ζωής τους με κλασική αντικειμενική ομορφιά, ιδεώδεις αναλογίες και λεπτή επιδερμίδα. Λαμπερές μορφές που φαίνονται να απορρίπτουν τη γενικότερη ύπαρξη ατελειών με τη μόνη προσδοκία την υπεροχή μιας παροδικής νιότης, μιας εφήμερης ομορφιάς Το σχόλιο του Arnason στη σύγκριση των έργων των δυο καλλιτεχνών είναι το εξής: «Οι μορφές του Hanson φαίνονται σαν να έχουν πεθάνει, ενώ οι μορφές του De Antrea θα μπορούσε να πει κανείς ότι δεν έζησαν ποτέ, αφού θυμίζουν κούκλες σε βιτρίνα.»
Με την στροφή των καλλιτεχνών στον Φωτογραφικό Ρεαλισμό και τον Υπερρεαλισμό, παρατηρείται μια έντονη ανάγκη από όλες τις τέχνες, πιο συγκεκριμένα ζωγραφική και γλυπτική, να φτάσουν στην κατάσταση της φωτογραφίας. Όλες οι φωτογραφίες είναι «memento mori», μια στιγμή που διαρκεί για πάντα, δημιουργώντας πιο έντονη την ψευδαίσθηση που προκαλεί ο χρόνος. Αυτό προκύπτει αναλύοντας και τις δημιουργίες των Hanson και De Antrea.
Βιβλιογραφία:
1. Άλκης Χαραλαμπίδης, Η Τέχνη του 20ου αιώνα, Η μεταπολεμική περίοδος, τόμος ΙΙΙ, University Studio Press Εκδόσεις επιστημονικών βιβλίων & περιοδικών, Θες/νίκη 1995, σελ.94-95, 142-144.
2. www.wikipedia.com, τελευταία επίσκεψη 10/06/2012.
3. www.meiselgallery.com, τελευταία επίσκεψη 12/6/2012.