Για πρώτη φορά το 1846, στον αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για τη μετατροπή του ρυθμού της Μητρόπολης Αθηνών, αναφέρθηκε ο όρος «ελληνοβυζαντινός ρυθμός», που αφορά στην προσπάθεια να επιτευχθεί η πλήρης και γενική, και όχι εκλεκτιστική, σύζευξη βυζαντινών και ελληνικών ρυθμολογικών στοιχείων. Οι ναοί που ακολούθησαν την τάση αυτή, στη διάρκεια της Οθωνικής περιόδου (1833-1863), συναντώνται στις μεγάλες, αποκλειστικά, πόλεις τις χώρας, ενώ μετά το 1862 (έτος ανέγερσης του Καθεδρικού ναού της Αθήνας) και καθόλη τη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου, και η επαρχιακή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική φάνηκε πως στράφηκε προς αυτήν την κατεύθυνση σηματοδοτώντας τα χρόνια της ακμής της. Ενισχύθηκε έτσι η ανάδειξη του «Ελληνοβυζαντινισμού» στην πράξη σαν επίσημη έκφραση της μεγαλοαστικής και μικροαστικής ναοδομίας, δημιούργημα διαφόρων αναζητήσεων.
Ο ναός ? πρότυπο, όπως προαναφέρθηκε, που επηρέασε σαφέστατα τη δημιουργία εκκλησιατικών μνημείων σε τοπικό ή ευρύτερο επίπεδο στο β΄μισό του 19ου αιώνα, είναι ο Μητροπολιτικός της Αθήνας. Αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και στον Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, είναι ένας δικίονος σταυροειδής εγγεγραμμένος (αναφέρεται και ως «σταυροειδής τρίκλιτη βασιλική με τρούλο»), πρωτόγνωρος σε μέγεθος για την εποχή του, με πολύ επίμηκες το δυτικό του τμήμα. Διαθέτει γυναικωνίτη και υπόγεια κρύπτη, η οποία καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του κεντρικού κλίτους. Σε αυτόν τον τύπο εκκλησίας έχουν εισαχθεί ορισμένα νεωτερικά στοιχεία, που θυμίζουν τη ναοδομία της Δυτικής Ευρώπης και, μάλιστα, το ρωμανικό ρυθμό. Χαρακτηριστικά του στοιχεία αποτελούν τα υψηλά κωδωνοστάσια, το προστώο με την επιβλητική τριπλή κεντρική είσοδό του, τα μαρμάρινα μέλη, μεταξύ των οποίων τα εντυπωσιακά ακροκέραμα και τα εσωτερικά και εξωτερικά διαφράγματα των παραθύρων, καθώς και η κυριαρχία ορθογώνιων σχημάτων σε σχέση με τα καμπύλα. Ο τρουλοσκεπής χώρος του ναού, η επιμηκυσμένη κεραία, τα διπλά καμπαναριά και η ανοικτή στοά στο δυτικό μέρος, αποτέλεσαν πρότυπα στοιχεία, που με μικρές παραλλαγές εφαρμόστηκαν σε εκκλησίες, όπου υπήρχαν φιλόδοξες προθέσεις.
Ναοί σημαντικοί, όπως για παράδειγμα ο Άγιος Σπυρίδων Μεσολογγίου (1883), ο Άγιος Γεώργιος στην Ελευσίνα (1894), ο Άγιος Νικόλαος στο Γαλαξείδι (1897), ο Άγιος Βασίλειος στον Πειραιά (1899), η Αγία Τριάδα στη Νεάπολη Λακωνίας (1902), ο Άγιος Παντελεήμων Ιλισσού (1905), ο Άγιος Νικόλαος Καρύστου (1909), ο Άγιος Δημήτριος στην Κερατέα (1910), κ.α. είναι μνημεία που εμπλούτισαν και διεύρυναν σημαντικά το αρχιτεκτονικό περιεχόμενο του Ελληνοβυζαντινισμού.
Βιβλιογραφία:
- Θανόπουλος Ν., Τα αθηναϊκά μνημειακά κτήρια του 19ου αι. και των αρχών του 20ού αι με διερεύνηση της κατασκευαστικής και στατικής μεθοδολογίας (1843-1916), Τόμος Α?, Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα 2007.
- Πουλημένος Γρ., Η Ελλαδική ναοδομία στην περίοδο του Νεοκλασικισμού (1830-1912), διδ. διατριβή Ε.Μ.Π., Αθήνα 1997.