The Expendables - Οι Αναλώσιμοι

Όταν οι κινηματογραφόφιλοι, η αρσενική μερίδα τους κυρίως, αντίκρυσε για πρώτη φορά το τρέηλερ της επόμενης ταινίας του Συλβέστερ Σταλόνε, σχεδόν ομόφωνα παραδέχτηκαν ότι έκαναν την ίδια σκέψη: «αυτό δεν πρόκειται να το χάσω». Ο λόγος ήταν απλός. Ο Σταλόνε περισυνέλεξε την ελίτ των ηρώων περιπετειών δράσης της τελευταίας τριακονταετίας, τους έβαλε στο πλευρό του και τους ονόμασε «Αναλώσιμους». Τζέησον Στέηθαμ, Τζετ Λι, Μίκι Ρουρκ, Ντολφ Λούντγκρεν, Έρικ Ρόμπερτς, Μπρους Γουίλις και Άρνολντ Σβαρτζενέγκερ. Τους δύο τελευταίους τους ανέφερα τελευταίους επίτηδες επειδή εξίσου επίτηδες στην καμπάνια που οργάνωσαν οι υπεύθυνοι του μάρκετινγκ του στούντιο ξέχασαν να αναφέρουν πως εμφανίζονται στην ταινία για περίπου τρία λεπτά.

Οι «Αναλώσιμοι» είναι μία ομάδα μισθοφόρων που έχει για αρχηγό της τον Μπάρνευ (Σταλόνε). Πληρώνονται αδρά για να κάνουν τη δουλειά που άλλοι δεν θα μπορούσαν να κάνουν τόσο αποτελεσματικά ή επειδή αυτοί οι «άλλοι» δεν θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους. Επί παραδείγματι η τελευταία αποστολή που τους ανατίθεται είναι να ανατρέψουν κάποιον δικτάτορα σε χώρα της λατινικής Αμερικής. Αποστολή διόλου εύκολη αν αναλογιστεί κανείς ότι ο δικτάτορας είναι απλά ο αχυράνθρωπος ενός πρώην πράκτορα της CIA που πλέον κάνει κουμάντο στη χώρα και άρα ξέρει να φυλάει τα νώτα του.

Αν μη τι άλλο την ταινία θα την παρακολουθήσει κανείς για αυτά που υποσχόταν από το τρεηλέρ της. Άφθονη δράση από ένα απόλυτο μακελειό με πιστολίδι και βρωμόξυλο εν μέσω εκρήξεων. Ακριβώς αυτό και προσφέρει, ως ταινία δράσης που σέβεται τον εαυτό της, παρόλα αυτά έρχεται παρέα με μερικά ελαττώματα που επίσης αν κάποιος σινεφίλ σέβεται τον εαυτό του τότε δεν δύναται και να τα παραβλέψει. Παρά το γεγονός ότι τον Σταλόνε τον σέβομαι και γω για την δουλειά του όλα αυτά τα χρόνια, γιατί είναι από εκείνους τους ανθρώπους που έχει αποδείξει ότι αγαπάει το σινεμά και δεν κάνει απλά «αρπαχτές» όπως άλλοι της «σειράς» του (σημ. είχε δηλώσει σε συνέντευξη πως το πρώτο «Ράμπο» άξιζε ενώ τα υπόλοιπα ήταν τελείως μάπα, την ίδια στιγμή που ο Γουίλις σε κάθε νέο Die Hard δηλώνει πως το καλύτερο από όλα είναι το πιο πρόσφατο), οφείλω να πω πως στους «Αναλώσιμους» το πλέον αναλώσιμο ? και κυριολεκτικά για τα σκουπίδια ? είναι το σενάριο.

Ασφαλώς και δεν παρακολουθεί κάποιος αυτή την περιπέτεια αναζητώντας σπουδαία πλοκή. Μία ταινία δράσης αρκείται σε σχηματικές πλοκές και ακολουθεί όλους εκείνους τους κανόνες που απαιτούνται για να οδηγηθούμε στην τελευταία έκρηξη είκοσι μεγατόνων που ισοπεδώνει τα πάντα εκτός από τους ήρωες μας. Όπερ και εγένετο. Αυτό που αναζητούμε όμως στις μέρες μας είναι η απουσία κλισέ, που μετατρέπουν αυτόματα κάποια φιλμ σε άθλια, αφού παρά τις όποιες αρετές τους, τα κλισέ αυτά τα κατακεραυνώνουν ανεπανόρθωτα. Εν προκειμένω οι διάλογοι σε αυτό το φιλμ, το σενάριο του οποίου υπογράφει ο Σταλόνε με τον Ντέηβ Κάλαχαν (σεναριογράφο και του? ?Doom?) είναι παιδαριώδεις και σβήνουν κάθε ελπίδα ακόμα και απλού «χαβαλέ» αναμεταξύ των μηδαμινά απαιτητικών θεατών από αυτό το φιλμ ? μεταξύ υμών και ο γράφων ? αφού περισσότερο μας ενοχλούν παρά ενισχύουν την ψυχαγωγία για την οποία πληρώσαμε το αντίτιμο του εισιτηρίου.

Υπάρχουν βέβαια ορισμένα κλισέ, για την ακρίβεια δύο, τα οποία κάνουν «μπαμ» ότι ο Σταλόνε τα επέλεξε ως μέρος της ιστορίας και δικαιολογούν και τον τίτλο. Το ένα είναι πως εδώ ο «κακός» της ταινίας είναι Αμερικάνος και μάλιστα πρώην πράκτορας της ΣΙΑ, κάτι το οποίο έχουμε ξανασυναντήσει αλλά όχι σε συνδυασμό με το δεύτερο κλισέ, όπου δηλαδή ο Μίκι Ρουρκ δακρύζει όταν διηγείται το αιματοβαμμένο παρελθόν του όντας πεζοναύτης στον πόλεμο στη Σερβία. Εν ολίγοις ο Σταλόνε επιθυμεί να σχολιάσει ταυτόχρονα με το να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, λέγοντας πως η ΣΙΑ και η κακή Αμερική με την πολιτική που έκανε ήταν υπεύθυνη, και ίσως να είναι ακόμα, για τα δεινά πολλών λαών στο παρελθόν, μεταξύ των οποίων και των ιδίων των Η.Π.Α. και των «αναλώσιμων» πολιτών της. Το ζητούμενο είναι πως το σχόλιο αυτό δεν θα φάνταζε τελείως ανεδαφικό όπως μοιάζει τώρα αν δεν βρισκόταν στριμωγμένο ανάμεσα σε άθλιους διαλόγους που μοιάζουν βγαλμένοι όντως από βιντεοκασέτα ταινίας δράσης των 80?s.

Πέρα από δυο σκηνές, όπως η εξόντωση πολλών εχθρών σε μια προβλήτα μέσω μιας έξυπνης κομπίνας που κάνουν με το αεροπλάνο τους ο Σταλόνε με τον Στέηθαμ και επίσης το άπειρο ξύλο που πέφτει στους υπόγειους διαδρόμους της έπαυλης του δικτάτορα, δεν υπάρχει κάτι άλλο αξιόλογο ακόμα και στον τομέα της δράσης. Ελλείψει φαντασίας και καλής σκηνοθεσίας καταλήγουμε μέχρι και να βαρεθούμε γιατί δεν υπάρχει τίποτα απολύτως το μη προβλέψιμο από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο λεπτό! Επίσης να σημειωθεί πως η ωμή βία δεν λείπει κατά διαστήματα, με τα κομμένα χέρια, κεφάλια και? κορμιά να ματώνουν φευγαλέα την οθόνη γαρνίροντας την έτσι και αλλιώς κακογυρισμένη δράση με λίγο έτσι και αλλιώς αχρείαστο αίμα.

Δεν περίμενα μία περιπέτεια σαν κι αυτή να είναι τελικά τόσο τραγική και αναχρονιστική μαζί. Λες και ο «Κομάντο» (1985) με τον Σβαρτζενέγκερ συνάντησε τον Τσακ Νόρις (σημ.: ο οποίος είχε απορρίψει ρόλο σε αυτό το φιλμ γιατί λέει δεν του άρεσε το σενάριο) και πήγαν παρέα με το οπλοστάσιο τους για σκοποβολή κάπου στο Γουαδαλκιβίρ. Κενό, κακογυρισμένο και βαρετό. Απλά τραγικό. Σας είπα ότι έχει και love story ή το ξέχασα;