The Girl with the Dragon Tattoo - Το Κορίτσι με το Τατουάζ

«Millenium Μέρος Πρώτο: Άνδρες Που Μισούν τις Γυναίκες». Αυτός είναι ο πρωτότυπος τίτλος του μυθιστορήματος του Σουηδού Στιγκ Λάρσον του πρώτου μέρους μίας τριλογίας που συνέγραψε πριν το 2004 και η οποία όμως ανακαλύφθηκε κι εκδόθηκε μετά τον θανατό του εκείνη τη χρονιά. Πιο συγκκεκριμένα το 2005 εκδόθηκαν τα βιβλία και έγιναν πολύ γρήγορα μπεστ-σέλλερ κάτι που αρχές του 2008 οδήγησε την σουηδική εταιρεία παραγωγής ταινιών Yellow Bird και τον Δανό σκηνοθέτη Νιλς Άρντεν Όπλεβ να ξεκινήσουν τα γυρίσματα του πρώτου βιβλίου. Προσωπικά δεν έχω διαβάσει τα μυθιστορήματα ? και δεν ξέρω αν μετά την κινηματογραφική τους εκδοχή, που με ικανοποίησε τόσο, θα θελήσω ποτέ να το κάνω ? οπότε και δεν μπορώ να κρίνω ούτε το συγγραφικό ταλέντο του Λάρσον, ούτε την καλλιτεχνική αξία του έργου του. Παρόλα αυτά τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την πρώτη ταινία, που της δόθηκε ο τίτλος «Το Κορίτσι με το Τατουάζ», είναι τόσο κρυστάλλινα και προφανή που φαντάζομαι οτι αυτόματα ισχύουν και για τα μυθιστορήματα του Λάρσον.

Στο πρώτο μέρος της τριλογίας βλέπουμε αρχικά τον Μίκαελ Μπλόμκβιστ. Δημοσιογράφος και ιδρυτικό στέλεχος του περιοδικού «Μιλλένιουμ», ο οποίος καταδικάζεται σε εξάμηνη φυλάκιση για συκοφαντική δυσφήμιση λόγω πλαστών αποδείξεων που παρουσίασε εις βάρος ενός επιχειρηματία της Σουηδίας. Αμέσως μετά την καταδικαστική απόφαση για αυτόν ένας άλλος, γηραιός αυτή τη φορά, επιχειρηματίας, ο Βάνγκερ, τον καλεί για να τον βοηθήσει σε μια έρευνα μιας υπόθεσης φόνου 40 ετών παλιάς. Η αμοιβή καλή, η υπόθεση πολύ ιδιαίτερη για να αφήσει ασυγκίνητο τον έμπειρο δημοσιογράφο και δαιμόνιο ερευνητή Μπλόμκβιστ και συν τοις άλλοις ο Βάνγκερ του προσφέρει έτσι κι ένα καλό απομακρυσμένο καταφύγιο μακριά από τον Τύπο που τον έχει ακόμα πρώτη είδηση λόγω της καταδίκης του. Παράλληλα μία νεαρή κοπέλα, χάκερ κι ερευνήτρια, φαίνεται πως έχει οριστεί να διερευνά τον ίδιο τον Μπλόμκβιστ και τη ζωή του. Το ονομά της... Λίζμπεθ Σαλάντερ.

Η Λίζμπεθ Σαλάντερ είναι μετά από το φιλμ αυτό μία εμβληματική φυσιογνωμία ανάμεσα στους σινεφίλ. Ένας θηλυκός χαρακτήρας που ομοιό του, τολμώ να πω, είχαμε να δούμε από την εποχή της «Νικίτα». Είναι μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Σκέφτεται και δρα αυτόνομα, προσπαθώντας να είναι παράλληλα συνεπής αλλά όχι σκλάβα του συστήματος ή των εργοδοτών της. Απεχθάνεται τους άντρες όπως ο δράκουλας το φως του ήλιου και δεν υπάρχει τίποτα που θα μπορούσε να τη σταματήσει αν θεωρήσει ότι κάτι την απειλεί. Αν την απειλείσεις βρίσκει τρόπους για να σε κάνει να το μετανοιώσεις. Αν κερδίσεις την εμπιστοσύνη της τότε βρίσκει τρόπους για να σε βοηθήσει.

Δύο χαρακτήρες, δύο υποθέσεις. Ο Μπλόμκβιστ και η Σαλάντερ, η πρόσφατη υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε και η παρελθούσα μυστηριώδης δολοφονία, της ανηψιάς του Βάνγκερ, που τώρα καλείται να επιλύσει. Σε ένα άξονα κινούνται όλα αυτά και εξελίσσονται με ρυθμό τέτοιο που ο θεατής καλείται όχι απλά να έχει επικεντρωμένη την προσοχή του στην πλειάδα των στοιχείων που αποκαλύπτονται σταδιακά αλλά και σε όλα εκείνα τα συστατικά που συνθέτουν τους χαρακτήρες, το παρελθόν τους και τον παρόν τους. Το χτίσιμο όλων αυτών, συγγραφικά, από τον μάστορα Λάρσον είναι προφανώς υποδειγματικό. Διαφορετικά είδη μπλέκονται και διαφορετικοί χαρακτήρες μας παρουσιάζονται μα όλα αυτά αποκτούν μία απόλυτη συνοχή που όσο κυλάει ο χρόνος «δένει» ακόμα πιο πολύ προσδίδοντας κλιμακούμενη ενιαία ατμόσφαιρα σε κάθε σεκάνς. Από τη μία η αινιγματική Λίζμπεθ και ο δικός της γολγοθάς, από την άλλη ο γολγοθάς ενός ηλικιωμένου που 40 χρόνια βασανίζεται από τον χαμό της ανηψιάς του ? σε μία ομολογουμένως πρωτεύουσα πλοκή που θα ζήλευε κι η Αγκάθα Κρίστι ? και επιπλέον μία πολιτικού περιεχομένου ίντριγκα που φαίνεται να μην αφήνει ήσυχο τον Μπλόμκβιστ. Δύο γυναίκες (Λίζμπεθ Σαλάντερ / Χάριετ Βάνγκερ) περικυκλώνουν έναν άντρα (Μπλόμκβιστ) που έχει μόνο μία επιλογή: να τις βοηθήσει γιατί για αυτές τις δύο, ακόμα κι αν η μία είναι νεκρή, ο Μπλόμκβιστ είναι ο μόνος φίλος που έχουν.

Σκηνοθετικά το φιλμ έχει νεύρο και σε αυτό βοηθάει τόσο η βασική πλοκή όσο και οι επιμέρους υποπλοκές, που έχουν ως επιπλέον αποτέλεσμα και τα ποικίλα διαφορετικά (κι ατμοσφαιρικά) σετ που εκτυλίσσονται οι διαφορετικές ιστορίες. Παράλληλα αυτή η συνεχής σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν εντείνει την αγωνία καθώς από τη μία λειτουργεί ως ο μηχανισμός της «αποκάλυψης στοιχείων» ενώ από την άλλη προσθέτουν στοιχεία αναφορικά με την ιδιοσυγκρασία των ηρώων και το μονοπάτι στο οποίο βαδίζουν. Ένα μονοπάτι που μοιραία, αργά ή γρήγορα, ξέρουμε όλοι οτι θα συναντηθούν. Ο Όπλεβ διαχειρίζεται σωστά το διαμάντι που είχε στα χέρια του και δεν προσπάθησε να κάνει τίποτα παραπάνω από αυτό που απλά απαιτούνταν: δημιουργία και διατήρηση της ατμόσφαιρας με σωστή προσέγγιση ταυτόχρονα των ηρώων καθ? όλη τη διάρκεια του φιλμ.

Σαφέστατα από όλα τα καλά στοιχεία του «Κοριτσιού με το Τατουάζ» αυτό που ξεχωρίζει είναι το ίδιο το? κορίτσι, που υποδύεται η Νούμι Ράπας, δηλαδή η ηρωίδα Λίζμπεθ Σαλάντερ. Μέσα σε μία συγκλονιστική σκηνή, που θεωρώ πως κανείς θεατής δεν πρόκειται να ξεχάσει, σφραγίζεται το όνομα της ηρωίδας και η προσωπικότητα της ανεξίτηλα στη μνήμη μας. Σπάνια συμβαίνει στις μέρες μας κάτι τέτοιο όταν από τις αναρίθμητες ταινίες που βλέπουμε ετησίως το 99% των χαρακτήρων είναι ή χάρτινοι ή καρικατούρες ή απλά στερεοτυπικοί. Εδώ έχουμε κάτι νέο, φρέσκο και ολοκληρωμένο. Σφριγηλή στο ρόλο της η Ράπας, συνοδεύεται από έναν εξίσου ερμηνευτικά πειθαρχημένο Νίκβιστ (στον ρόλο του Μπλόμκβιστ) κι έτσι το γλυκό δένει. Αν προσθέσετε σε όλα αυτά μία καταπληκτική αστυνομική ιστορία τότε έχουμε να κάνουμε με ένα φιλμ παράδειγμα προς μίμηση. Ρεαλιστικό σινεμά, βασισμένο σε ένα όχι πρωτότυπο μα καταπληκτικό, προφανώς, λογοτέχνημα. Το ρημέηκ από τον Ντέηβιντ Φίντσερ (2012 θα κυκλοφορήσει) θεωρώ πως πολύ δύσκολα θα με εντυπωσιάσει όπως αυτή εδώ η πρωτότυπη εκ Σουηδίας προσπάθεια.