Clash of the Titans - Η Τιτανομαχία

Τον Λουί Λετεριέ τον είχα συμπαθήσει από την πρώτη του σκηνοθετική του δουλειά, το πρώτο «Transporter» και τον είχα κατά-συμπαθήσει με την δεύτερη του το «Danny the Dog» (ή Unleashed όπως το ξέρουν κι αρκετοί). Εύπεπτες ταινίες, προσέφεραν διασκέδαση για όσο διαρκούσαν και τίποτα παραπάνω. Με μία σημαντική διαφορά από την πλειοψηφία των pure-fun ταινιών που βλέπουμε κάθε χρόνο. Ήταν πολύ καλογυρισμένες και καλοστημένες από έναν σκηνοθέτη που απέδειξε με αυτά τα δύο, κατά κάποιο τρόπο, μικρού βεληνεκούς blockbuster ? που είχαν όμως τεράστια έσοδα ? ότι έχει την ματιά που χρειάζονται τέτοιες ταινίες. Τι συμβαίνει όμως όταν ένας Γάλλος περνάει τον Ατλαντικό, φτάνει μέχρι τις δυτικές ακτές των Η.Π.Α. και του εναποτίθενται στα χέρια του δεκάδες εκατομμύρια δολάρια; Συνήθως, και σχεδόν πάντα με μαθηματική ακρίβεια, μια τρύπα στο νερό. Την πρώτη του φορά με τον «Incredible Hulk» του Έντουαρντ Νόρτον τη γλίτωσε. Τη δεύτερη όμως την «έκανε».

Στην περίπτωση της «Τιτανομαχίας» έχουμε μία τρύπα στον Όλυμπο, μια τρύπα στον κάτω κόσμο, και μια μεγάλη τρύπα στο σενάριο, που αναπόφευκτα με παραπέμπει στο παραφρασμένο ανέκδοτο: «τι ήταν το τελευταίο πράγμα που πέρασε από το μυαλό του σεναριογράφου;» κι η απάντηση είναι «ένα βλήμα ΝΑ». Όχι δεν συνηθίζω να κρίνω ταινίες που βασίζονται σε μυθολογίες αρχαίων πολιτισμών ή ακόμα και σε πραγματικά γεγονότα, βασιζόμενος στο κατά πόσο απέδωσαν πιστά την εκάστοτε μυθολογία ή το εκάστοτε ιστορικό γεγονός. Πρώτα από όλα με ενδιαφέρει να δω αν οι συντελεστές που την κατασκεύασαν αρκέστηκαν στο γεγονός του να βγάλουν τα λεφτά της παραγωγής από τα εισιτήρια ενός τριημέρου ή θέλησαν να «στρωθούν» και λίγο και να δουλέψουν για να φτιάξουν κάτι το αξιοπρεπές. Βέβαια όταν μαθαίνουμε πως γίνεται ταινία με τον Περσέα και το δωδεκάθεο ως τα πρώτα ονόματα της μαρκίζας περιμένουμε ότι έστω θα εκμεταλλευτούν κάποια στοιχεία για να φτιάξουν ένα πλούσιο και ψυχαγωγικό παραμύθι, που τουλάχιστον δεν θα μας κάνει να βαρεθούμε. Έχουμε δηλαδή a priori τις ελάχιστες δυνατές και δικαιολογημένες προσδοκίες?

Ομολογώ πως η «Τιτανομαχία» μου προσέφερε αποκλειστικά και μόνο έναν φοβερά έντονο και δυσάρεστο πονοκέφαλο. Ο Περσέας χάνει την οικογενειά του κάπου έξω από το Άργος, εξαιτίας του Άδη, κατόπιν μαθαίνει ότι είναι γιος του Δία, και έτσι ξεκινάει μία περιπέτεια για να σώσει τόσο το Άργος από την οργή του Δία, επειδή οι κατοικοί του το?χουν ρίξει στον «αγνωστικισμό», όσο και για να εκδικηθεί τον θάνατο της οικογενειάς του σκοτώνοντας τον Άδη. Τι ?χες Άδη τι ?χα πάντα! Όσο περιληπτικά σας αναφέρω εδώ την πλοκή της ταινίας άλλο τόσο την μεταφέρει και στο θεατή ο σεναριογράφος. Το φιλμ είναι ασυνάρτητο από την αρχή μέχρι το τέλος, έχει ήρωες και χαρακτήρες που υπάρχουν απλά για να υπάρχουν ή καλύτερα απλά για να περπατήσουν με την αρχαιοελληνική τους ενδυμασία από το σημείο Α, όπου θα σκοτώσουν κάποια πλάσματα, μέχρι το σημείο Β, όπου θα συναντήσουν τα επόμενα κακά και? κακάσχημα πλάσματα. Δεν συζητώ για το επίπεδο διαλόγων? μην χάνουμε και το χρόνο μας τζάμπα!

Είναι πολύ κρίμα που ο Σαμ Γουόρθινγκτον κατάφερε να μεταμορφωθεί σε ξύλινο αγροτόπαιδο με σανδάλια, που ο Μαντς Μίκελσεν αναγκάστηκε ? λόγω κακού σεναρίου ? να αφήσει την υποκριτική του δεινότητα στο πατρικό του στη Δανία και ο Λίαμ Νίσον να επιστρέψει σε έναν τόσο μικρό και αδύναμο ρόλο? αυτού του παντοδύναμου θεού Δία. Όσο για τον Λουί Λετεριέ, προσπάθησε όσο μπορούσε, οι σκηνές δράσης είναι για άλλη μια φορά πολύ καλογυρισμένες αλλά τι παραπάνω μπορεί να κάνει ένας καλός σκηνοθέτης όταν έχει αναλάβει ήδη να φέρει εις πέρας ένα τόσο κακό σκριπτ; Όσο περνάει ο καιρός διακρίνω τις περισσότερες ταινίες αυτού του τύπου να προσπαθούν να μιμηθούν την ρηχότητα των βίντεο-παιχνιδιών, όπου απλά σκοτώνεις ό,τι κινείται και όχι το εύρος και το βάθος των πετυχημένων φιλμικών «παραμυθιών». Τουλάχιστον ας μιμούνται τα βίντεο-παιχνίδια εκείνα που έχουν πλούσιο σενάριο και πλούσια δράση... και που δεν έχουν και Κράκεν σαν το μεγάλο boss της τελευταίας «πίστας».

Μέσα σε λίγους μήνες λοιπόν είδαμε δύο απαράδεκτα φιλμ που οι μόνες τους διαφορές ήταν το κοινό στο οποίο απευθυνόταν. «Ο Πέρσι Τζάκσον» απευθυνόταν σε κοινό μέχρι 14 ετών και η «Τιτανομαχία» από εκείνη και πάνω. Όλα τα υπόλοιπα τα έχουν κοινά. Το δωδεκάθεο υπάρχει στα χαρτιά και το βλέπει η κάμερα για 2 λεπτά, οι ήρωες αποκτούν έναν στόχο που τους μπλέκουν σε περιπέτειες χωρίς να το θέλουν (αλλά και χωρίς να το θέλουμε εμείς ή να μας νοιάζει) και όλα από εκεί και μετά τσουλάνε το ίδιο προβλέψιμα και ασυνάρτητα μαζί. Αν και τώρα που το καλοσκέφτομαι οι δύο αυτές ταινίες έχουν άλλη μια διαφορά. Το ότι τουλάχιστον ο «Πέρσι Τζάκσον» δεν είχε κυκλοφορήσει και σε 3D όπως ανώφελα κυκλοφόρησε η «Τιτανομαχία» με αποτέλεσμα να κοστίζει το εισιτήριο 12 ευρώ. Αυτές οι ταινίες δεν αξίζουν ούτε ένα ευρώ και ούτε καν δύο διαστάσεις. Βέβαια το ότι είναι τόσο κακές ταινίες δεν θα αποτρέψει τους παραγωγούς από το να κάνουν και σήκουελ? Όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών: Ωιμέ! Ωιμέ!