Invictus - Ανίκητος

Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να έχει κάποιο καλά κρυμμένο μυστικό. Σαν αυτό της συνταγής της Coca-Cola. Το ξέρει μόνο αυτός. Δεν εξηγείται αλλιώς! Ό,τι και να πιάσει ο Κλιντ Ήστγουντ στα χέρια του θα βγει, το λιγότερο, διαμάντι! Κοινωνικό, αστυνομικό (μόνο στο Blood Work του 2002 έπεσε θύμα μέτριου σεναρίου), γουέστερν, δράμα, ιστορικό, βιογραφικό... ό,τι και να πιάσει ξέρει τον τρόπο να βάλει την κάμερα να παρακολουθεί τους χαρακτήρες και όσα τους συμβαίνουν από την απόσταση που χρειάζεται και με τον ρυθμό που χρειάζεται. Στα 80 του έτη συνεχίζει να σκηνοθετεί και ήδη έχει ξεκινήσει τα γυρίσματα της επόμενης ταινίας του, που θα κυκλοφορήσει του χρόνου. Ακούραστος και αποτελεσματικός. Κι 80 ετών.

Πέρυσι παρέδωσε την, κατά την γνώμη μου, καλύτερη ταινία της χρονιάς, το Gran Torino, στην οποία είχε αναλάβει όχι μόνο την σκηνοθεσία αλλά και τον πρωταγωνιστικό ρόλο! Φέτος κάνει κάτι λιγότερο προσωπικό και παραδίδει μία ταινία όπου η δράση λαμβάνει χώρα στη Νότιο Αφρική, κεντρικός ήρωας είναι ο Νέλσον Μαντέλα (Μόργκαν Φρήμαν) και χρονικά εκτυλίσσεται από την ημέρα της απελευθερωσής του και κατόπιν εκλογής του στην προεδρία μέχρι και την ημέρα εκείνη του 1995 που κατέκτησε η ομάδα ράγκμπυ της χώρας το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.

Καταρχάς έχει ενδιαφέρον το ιστορικό μεταξύ του Ήστγουντ και του Φρήμαν. Στα μέσα της δεκαετίας του ?80 όταν είχαν συναντηθεί ο Φρήμαν εξέφρασε τον τεράστιο θαυμασμό του για τη δουλειά του Ήστγουντ στην ταινία που είχε σκηνοθετήσει το 1976 «Εκδικητής Εκτός Νόμου» (The Outlaw Josey Wales). Του είχε πει μάλιστα πως μιας και τα γουέστερν ήταν το πάθος του από μικρό παιδί αν ποτέ ξαναγύριζε τέτοιου είδους ταινία θα ήταν τιμή του αν τον σκεφτόταν για να συμμετάσχει. Μερικά χρόνια αργότερα ο Ήστγουντ, όντας έτσι κι αλλιώς θαυμαστής του ταλέντου του Φρήμαν, του τηλεφώνησε για να του δώσει ρόλο για τους «Ασυγχώρητους» (1992 ? 4 Όσκαρ). Έκτοτε... το γλυκό έδεσε. Space Cowboys και Million Dollar Baby ήταν οι επόμενες συνεργασίες τους. Και τώρα ο Μόργκαν Φρήμαν καλέστηκε να ενσαρκώσει τον Νέλσον Μαντέλα. Αδιαμφισβήτητα η πιο φυσική επιλογή!

Και ανταποκρίνεται εξαιρετικά και σε αυτή την περίσταση. Ο Μόργκαν Φρήμαν έχει αποδείξει πολλάκις πόσο σπουδαίος ηθοποιός είναι. Εν προκειμένω όμως τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα. Από τη μία έπρεπε να μας πείσει κινησιολογικά, μιας και μιλάμε για την ενσάρκωση ενός ανθρώπου (προχωρημένης ηλικίας) που βλέπουν στην τηλεόραση εκατομμύρια κόσμου εδώ και χρόνια, και επιπλέον αναφορικά με την νοτιοαφρικανική προφορά που έπρεπε να έχει και να χρησιμοποιεί ενώ ερμηνεύει το ρόλο του. Παρόλ? αυτά ο Φρήμαν φαίνεται να μη δυσκολεύεται καθόλου (ίσως βοήθησε το γεγονός ότι τον είχε γνωρίσει προ ετών και έχουν αποκτήσει στενή φιλική σχέση). Ο ρόλος που έχει γραφτεί για αυτόν περιέχει σκηνές και ατάκες συγκεκριμένων απαιτήσεων. Κι όμως η προσεγγισή του είναι απλή, τόσο απλή που ενώ σε αλλες περιπτώσεις θα μιλάγαμε για μία «εντυπωσιακή ερμηνεία» εδώ μιλάμε για την πλέον απλή, ανθρώπινη, προσγειωμένη κι ισορροπημένη ερμηνεία. Ό,τι έπρεπε δηλαδή για τον κινηματογραφικό Νέλσον Μαντέλα και σίγουρα ό,τι επιθυμούσε κι ο ίδιος ο Κλιν Ήστγουντ ως σκηνοθέτης!

Εν αντιθέσει με την ερμηνεία του Μόργκαν Φρήμαν αυτό που είναι πραγματικά εντυπωσιακό είναι η οπτική γωνία που υιοθέτησε ο Τζον Κάρλιν όταν έγραψε τη νουβέλα του, πάνω στην οποία βασίστηκε η ταινία, ?Playing the Enemy: Nelson Mandela and the Game that Made a Nation". Για να δείξει αυτό που αρκετός κόσμος κατά καιρούς λέει μεταξύ αστείου και σοβαρού, ότι μία κοινωνία ή ένα έθνος είναι σαν μία ποδοσφαιρική ομάδα, ή αλλιώς αν δούμε το πως παίζεται ποδόσφαιρο σε μια χώρα, αλλά και τι επιτυχίες έχει, τότε θα καταλάβουμε καλύτερα και την ίδια την χώρα, διαλέγει την σχετικά πρόσφατη ιστορία του 1995 με την ομάδα ράγκμπυ της Νοτίου Αφρικής. Όμως αυτό είναι μονάχα η διαφοροποιός έμπνευση κι όχι το κίνητρο του συγγραφέα! Το κινητρό του είναι να αποκαλύψει ψήγματα της σοφίας, της πολιτικής φιλοσοφίας αλλά και της στάσης ζωής που είχε ο Νέλσον Μαντέλα μετά την αποφυλακισή του. Διότι δεν υπάρχει κάποιος, από μία ηλικία και άνω βέβαια πια, που να μην γνωρίζει την ιστορία του, την δράση του ως ακτιβιστής ενάντια του απαρτχάιντ και την φυλακισή του επί 27 χρόνια. Εικοσιεφτά χρόνια υπομονής και στωικότητας και αφοσίωσης στα πιστεύω του τον οδήγησαν το 1994 στον προεδρικό θώκο της Νοτίου Αφρικής αλλά και διαμόρφωσαν την προσωπικότητα που παρακαλουθούμε από πολύ κοντά στο ?Invictus?.

Έτσι το αρχικό κίνητρο αποκτά κι ένα άλλο παρακλάδι. Ένας διχασμένος λαός για να ενωθεί πρέπει να αποκτήσει έναν κοινό τόπο. Πρέπει να του δοθεί κάτι που να μπορεί να πιαστεί πάνω του, όχι μόνος του αλλά παρέα με τον διπλανό του, που μέχρι χθες θεωρούσε εχθρό του. Στο φιλμ αυτό δεν υπάρχει ευθύ πολιτικό σχόλιο ή ιστορική αναφορά στο τι εστί απαρτχάιντ και διχασμός λευκών και μαύρων της Νοτίου Αφρικής. Το θέμα δεν είναι αυτό! Το θέμα είναι πως απαλείφεται αυτός ο διχασμός. Τι είδους ηγεσία και τι είδους πολιτικές ή ακόμα και μη-πολιτικές κινήσεις απαιτούνται για να οδηγηθεί μία χώρα σε ένα τέτοιο ενωτικό αποτέλεσμα. Η απάντηση του Μαντέλα σε αυτό το ερώτημα, όσο αφελές κι αν ακούγεται αλλά τελείως σοφά όπως μας παρουσιάζεται, ήταν το ράγκμπυ!

Ο Ματ Ντέημον, που υποδύεται άψογα τον αρχηγό της ομάδας, γίνεται ο παραλήπτης της εντολής του Μόργκαν Φρήμαν. Κερδίστε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Οι αντιξοότητες που παρουσιάζονται αρχικά είναι πολλές αλλά σταδιακά ξεπερνιούνται. Ακόμα και εκ των έσω η εμμονή του Μαντέλα σε αυτό το σχέδιο αμφισβητείται. Ταυτόχρονα η ίδια η ομάδα δείχνει σε κακή κατάσταση και χάνει τον έναν αγώνα μετά τον άλλον, έναν χρόνο πριν το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το οποίο θα φιλοξενηθεί ευτυχώς στην χώρα τους. Για άλλη μια φορά η υπομονή κι η αφοσίωση που «κατέκτησε» και εφάρμοσε μέσα στη φυλακή ο Μαντέλα αποδεικνύεται η τροφή που θα αλλάξει τα δεδομένα και θα αποφέρει το αποτέλεσμα που επιθυμεί. Κι αυτή η αλλαγή σεναριακά και σκηνοθετικά χτίζεται χωρίς ίχνος περιττού πλάνου ή διαλόγου. Δεν υπάρχει περίπτωση να βαρεθεί κανείς στο κοινό παρακολουθώντας το ?Invictus? ακόμα κι αν είναι η πρώτη του φορά, που θα είναι σίγουρα για το 99,9% του ελληνικού κοινού, που παρακολουθεί ράγκμπυ.

Αν το κοινό της Ελλάδας βρει ένα ψεγάδι σε αυτή την ταινία τότε αυτό είναι το τελευταίο της ημίωρο όπου η δράση πλέον επικεντρώνεται στους αγώνες της ομάδας. Μέχρι εκείνο το σημείο τα πάντα ήταν σε απόλυτη ισορροπία και ο Νέλσον Μαντέλα ήταν εντός κι εκτός του γραφείου του, εντός κι εκτός αποδυτηρίων ομάδας, εντός κι εκτός... κάμερας, ο πραγματικός πρωταγωνιστής που οδηγούσε την ιστορία. Μετά ανέλαβε την εξελιξή της η μπάλα κι ο Ματ Ντέημον κι έτσι ο Μαντέλα εξαφανίστηκε τελείως από την οθόνη! Και μαζί του φεύγει κι όλη εκείνη η εκροή εκ της οθόνης συναισθημάτων που προσέφερε ο χαρακτήρας του Νέλσον Μαντέλα. Έτσι όσο συναρπαστικό και να μας παρουσιάζεται το παιχνίδι καλώς ή κακώς για εμάς θα χαθεί ένα μεγάλο ποσοστό ενδιαφέροντος όσο και ταύτισης.

Το ?Invictus? είναι από εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις ταινιών που αφού τις δούμε καταλαβαίνουμε ότι όλα τα στοιχεία συνηγορούν για να την χαρακτηρίσουμε από υπέροχη εώς σχεδόν τέλεια ενώ την ίδια στιγμή κι ως δια μαγείας δίπλα από κάθε στοιχείο εμφανίζεται κι ένα «αλλά». Κοινώς εδώ έχουμε μία απολαυστική ιστορία αλλά όχι συναρπαστική. Μία βαθιά πολιτική ταινία, άψογα κινηματογραφημένη αλλά όχι τόσο ενδιαφέρουσα που να μας κάνει να την «ξαναεπισκεφτούμε». Μία καταπληκτική ερμηνεία και σκηνοθεσία αλλά που δεν διεκδικούν επ? ουδενί δάφνες πρωτοτυπίας κι ούτε θα «μαγέψουν» το κοινό. Με μια φράση το ?Invictus? είναι μία υπέροχη σε όλα της ταινία που... δεν θα συζητηθεί. Εκεί που θα συμφωνήσουμε σίγουρα όλοι είναι ότι τέτοιες ταινίες μόνο ο Κλιντ Ήστγουντ μπορεί να καταφέρει να τις κάνει τόσο καλές, τόσο διασκεδαστικές και τόσο άρτιες. Ακόμα και για το 99,9% του κοινού μιας χώρα που δεν έχει δει ποτέ της ράγκμπυ!