The Girl Who Kicked the Hornet's Nest - Το Κορίτσι στη Φωλιά της Σφήκας

«Το Κορίτσι στη Φωλιά της Σφήκας» ξεκινάει ακριβώς από το σημείο που μάς άφησε «Το Κορίτσι που Έπαιζε με τη Φωτιά». Το τρίτο και τελευταίο μέρος της Σουηδικής τριλογίας «Μιλένιουμ», των μπεστ-σέλερ μυθιστορημάτων του χαρισματικού ? μα δυστυχώς απελθόντα από τη ζωή - συγγραφέα Στιγκ Λάρσον, είναι αυτό που κλείνει κάθε ανοιχτό κεφάλαιο σχετικό με την ηρωίδα Λίζμπεθ Σαλάντερ, που εισήγαγε το δεύτερο μέρος, αλλά και καθετί σχετικό με την ίδια και τον Μίκαελ Μπλόμκβιστ, που είχε δημιουργηθεί από το πρώτο μέρος. Αυτό σημαίνει με πολύ απλά λόγια ότι δεν μπορεί κάποιος να δει ειδικά την ταινία αυτή αν δεν έχει δει οπωσδήποτε τις προηγούμενες δύο.

Βαριά τραυματισμένοι τόσο η Σαλάντερ όσο και ο Σαλατσένκο μεταφέρονται στο νοσοκομείο. Πλέον η υπόθεση έχει αποκτήσει δημοσιότητα αφού η ύπαρξη του Ρώσου πληροφοριοδότη Σαλατσένκο ήρθε στο φως κι έχει αρχίσει να διερευνάται σε βάθος από τις αρχές, κάτι που ανησυχεί πολύ κόσμο που φοβάται πλέον ότι θα εκτεθεί αν διαρρεύσουν όσα γνωρίζει αυτός. Επιπλέον η ίδια η Λίζμπεθ είναι τώρα κατηγορούμενη για την απόπειρα δολοφονίας του Σαλατσένκο. Η δίκη της ορίζεται να γίνει αμέσως μετά την ανάρρωση της. Αυτό σημαίνει πως ο Μίκαελ Μπλόμκβιστ, του περιοδικού Μιλένιουμ, ο μόνος που τη στήριξε από την αρχή που ξεκίνησαν τα βάσανα της (ή να θέλετε τα κοινά τους βάσανα) και μέχρι εκείνη τη στιγμή, πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτό το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που έχει μπροστά του για να ξεσκεπάσει τους πραγματικούς υπαίτιους του σκοτεινού παρελθόντος της ίδια και του Σαλατσένκο και ουσιαστικά να αθωώσει έτσι, με όσα στοιχεία δημοσιοποιήσει, την νεαρή Λίζμπεθ.

Για άλλη μια φορά η προσοχή του θεατή πρέπει να είναι απόλυτα συγκεντρωμένη πάνω στα όσα παρακολουθεί. Πολλά ονόματα, πολλοί νέοι χαρακτήρες όσο και νέα στοιχεία, υπεισέρχονται μιας και εδώ πρακτικά ξεκινάει η αρχή του τέλους της πηγής του κακού που βασάνισε την Λίζμπεθ από όταν ήταν παιδί. Που την έκανε το «κορίτσι» που είναι τώρα. Οι εμπλεκόμενοι πολλοί. Δύο στρατόπεδα εμφανίζονται σε αυτή την ταινία, αυτή τη φορά πιο ξεκάθαρα από ό,τι στις προηγούμενες δύο. Από τη μία μεριά αυτοί που θέλουν να ξεσκεπάσουν την αλήθεια και από την άλλη αυτοί που πρέπει να τη συγκαλύψουν πάσει θυσία. Η Λίζμπεθ παραμένει κι εδώ το επίκεντρο. Πλήρως ταυτισμένοι μαζί της οι θεατές, που έχουν ήδη δει τις προηγούμενες δύο ταινίες, βλέπουν εδώ την ηρωίδα να μην βρίσκεται στην πλεονεκτική θέση του απρόβλεπτου θηλυκού λύκου έτοιμου να κατασπαράξει όποιον την απειλούσε αλλά σε αυτή του ανήμπορου να αντιδράσει προβάτου, που γλίτωσε τη σφαγή στο παρά πέντε (στο φινάλε του δεύτερου φιλμ). Έτσι η Λίζμπεθ περιορίζεται σε έναν κυρίως παθητικό ρόλο με αποτέλεσμα να βλέπουμε μία πλευρά του χαρακτήρα της που δεν έχει σχέση με τη βίαιη φύση ή με το μίσος της προς το ανδρικό φύλο, που την χαρακτήριζε μέχρι τώρα, αλλά με την αργή μα σταθερή συνειδητοποίηση της σοβαρότητας της θέσης της. Αν πάνε όλα καλά θα σβήσει κάθε μαύρη κηλίδα του παρελθόντος και ίσως έτσι να αποκτήσει επιτέλους τη ζωή που πάντα επιθυμούσε. Αν όχι θα πρέπει πάλι να γίνει λύκος και να αποκαταστήσει με δικές της πρωτοβουλίες την δικαιοσύνη, όπως τουλάχιστον την έχει ορίσει η ίδια στο μυαλό της.

Σκηνοθετικά ο Άλφρεντσον ανεβάζει εδώ στροφές, σε σχέση με τη δουλειά που έκανε στο «Κορίτσι που Έπαιζε με τη Φωτιά» και αφηγείται πολύ πιο σωστά την ιστορία του. Αδυνατεί κι εδώ να δημιουργήσει έντονες σκηνές δράσης, παρότι είχε την ευκαιρία μία-δύο φορές, αλλά παρόλα αυτά χτίζει την ατμόσφαιρά του και το ποιόν των νέων χαρακτήρων επαρκώς και σωστά. Στη δεύτερη συνεχόμενη δουλειά του, μετά το δεύτερο μέρος της τριλογίας (μιας και το πρώτο το είχε σκηνοθετήσει ο Δανός Όπλεφ) αποδεικνύει πως τελικά η επιλογή του για την καρέκλα του σκηνοθέτη δεν ήταν και τόσο άστοχη. Από τα δυνατά σημεία και πάλι η φωτογραφία, δεν περνάει απαρατήρητη καθώς αυτή είναι που κυρίως δημιουργεί το χρωματικό πέπλο των συνομοτών, των κυβερνητικών, των συμμοριών και όλων των λοιπών εμπλεκόμενων που δρουν υπόγεια και πάντα στις σκιές. Μοναδικός φωτεινός χαρακτήρας ο Μίκαελ Μπλόμκβιστ, που και εδώ η ειλικρινειά του και ο τρόπος γενικά που λειτουργεί, είναι τα στοιχεία που προσδίδουν τον απαραίτητο ρεαλισμό (ξανά) στο τρίτο και τελευταίο μέρος του «Μιλένιουμ».

Αυλαία για την Λίζμπεθ και για τον Μίκαελ, αυλαία και για την τριλογία του Λάρσον. Οι τρεις ταινίες που κυκλοφόρησαν με διαφορά μηνών μεταξύ τους μέσα στο 2009, θεωρώ πως άλλαξαν το κατεστημένο στο Ευρωπαικό σινεμά, αναφορικά με το είδος. Προσωπικά δεν πιστεύω πως είχαμε ξανασυναντήσει τέτοιον θηλυκό χαρακτήρα made in Europe. Η «Νικίτα» σαφώς αποτελεί ένα παράδειγμα αλλά στην περίπτωση της Λίζμπεθ Σαλάντερ μιλάμε για κάτι το τελείως ολοκληρωμένο. Οι σινεφίλ θα θυμούνται το όνομα της και θα το αναπαράγουν τακτικά όταν η κουβέντα θα φτάνει στο σημείο προσδιορισμού κινηματογραφικών χαρακτήρων, που όχι απλά μας σημάδεψαν, αλλά όταν πρωτοεμφανίστηκαν φάνταζαν ? εν έτει 2010 ειδικά ? τόσο μα τόσο φρέσκοι και πρωτότυποι.

Ο Σουηδός νοβελίστας Στιγκ Λάρσον γέννησε με την πένα του μία ηρωίδα και την ένταξε στον σύγχρονο κόσμο με τρόπο ρεαλιστικό. Εκεί βρίσκεται για μένα η ειδοποιός διαφορά της Λίζμπεθ Σαλάντερ από οποιαδήποτε «Νικίτα» κι αν έχει προϋπάρξει. Ότι η συγκεκριμένη κοπέλα δεν φαίνεται να ξεπηδά μέσα από το σελιλόιντ αλλά μέσα από την ίδια τη ζωή. Ο ρεαλισμός που αποδίδει η ψυχολογία της και οι πράξεις της την κάνουν τόσο ξεχωριστή. Δείτε και τις τρεις ταινίες ? προτείνουμε μάλιστα σε κοντινές αποστάσεις μεταξύ τους ? και δείτε ότι αυτή η μικροκαμωμένη κοπέλα με τον τσακισμένο ψυχισμό αλλά και το τεράστιο κουράγιο, που πιθανόν πολλοί από εμάς να ζηλεύουμε, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι κάποια που να κυκλοφορεί ανάμεσα μας. Αν τα αμερικάνικα ρημέηκ έχουν μία διαφορά με τα πρωτότυπα φιλμ τότε η διαφορά θα είναι αυτή. Θα προσπαθήσουν να κάνουν την Λίζμπεθ να άγεται και να φέρεται σαν σούπερ ήρωας, με τραγικό παρελθόν, και όχι σαν έναν από εμάς, που απλά έχει την δύναμη και τον τρόπο της να παίζει με τη φωτιά ακόμα και όταν βρίσκεται στη φωλιά της σφήκας όπου όλα τα προγνωστικά είναι εναντίον της.