Κύριο χαρακτηριστικό των καλλιτεχνών αυτών ήταν η εξερεύνηση της «αυτόματης» γραφής και της ποίησης του «μαγικού». Ακόμη ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για τον κόσμο των ονείρων και μελέτησαν τις θεωρίες του Φρόυντ για το υποσυνείδητο.

Το βιβλίο περιέχει τον εξής ορισμό:
Σουρεαλισμός: Καθαρός ψυχικός αυτοματισμός που χρησιμοποιείται για να εκφραστεί προφορικά, γραπτά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, η πραγματική λειτουργία της σκέψης. Η σκέψη υπαγορεύεται χωρίς να ασκείται κανένας έλεγχος από τη λογική και πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική μέριμνα.
Φιλοσοφική έννοια: Ο σουρεαλισμός βασίζεται στην πίστη σε μία ανώτερη ύπαρξη συγκεκριμένων μορφών σκέψης, που συνήθως απωθούνται από τη συνείδηση, στην παντοδυναμία του ονείρου και στο άσκοπο παιχνίδι με τη σκέψη, το οποίο καταστρέφει μόνιμα όλους τους ψυχικούς μηχανισμούς, για να πάρει τη θέση τους στην προσπάθεια αντιμετώπισης των προβλημάτων της ζωής.

Στο δεύτερο σουρεαλιστικό μανιφέστο, το 1930, το οποίο στρέφεται πιο έντονα στην ερμητική και αλχημιστική παράδοση, και δεν εγκαταλείπεται ο αντιχριστιανισμός και ο αριστερισμός. Αναφέρει ότι «στο εσωτερικό του εγκεφάλου υπάρχει ένα ιδιαίτερο σημείο όπου η ζωή και ο θάνατος, το πραγματικό και το φανταστικό, το παρελθόν και το μέλλον, το αισθητό και τι υπεραισθητό, το ανώτερο και το κατώτερο, παύουν να φαίνονται ως αντίθετα».
Στο σουρεαλισμό τόσο το στοιχείο του «τυχαίου» όσο και του «συμπτωματικού» για τη διαμόρφωση ενός έργου τέχνης ή ακόμα και για τη διαμόρφωση ενός καλλιτέχνη, αποτέλεσαν το επίκεντρο εντατικής μελέτης.
Στο πρόγραμμα του σουρεαλισμού κρυβόταν η έντονη ανάγκη για εξέγερση ενάντια των θεσμών και των φιλοσοφιών, ενάντια των γηραιών πολιτικών, φιλοσόφων, ποιητών και καλλιτεχνών που είχαν σύρει τη νεότερη γενιά στην καταστροφή του Α' παγκόσμιου πολέμου.

Οι σουρεαλιστές πίστευαν ότι ένα έργο τέχνης οφείλει να είναι συγχρόνως ένα έργο δημιουργίας και ένα έργο καταστροφής. Το έργο τέχνης για το σουρεαλιστή ζωγράφο είναι ένα ταξίδι στο άγνωστο. Η ιδέα της εξέγερσης διατρέχει το έργο των σουρεαλιστών, εξέγερση κατά της παράδοσης, κατά της οικογένειας, κατά της κοινωνίας, και κατά του Θεού.
Παρόλες τις παραπάνω διακηρύξεις και τις ιδέες του σουρεαλιστικού κινήματος, αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι πολύ λίγοι από τους καλλιτέχνες ακολούθησαν κι εφάρμοσαν κατά γράμμα τις αδίστακτες προτροπές του Breton. Οι περισσότεροι από τους σουρεαλιστές ζωγράφους έχουν ελάχιστες στιλιστικές ομοιότητες μεταξύ τους. Αυτό που έχουν κοινό είναι το στοιχείο της αναζήτησης νέου, πειραματικού υλικού και της ριζικής εγκατάλειψης των παραδοσιακών θεμάτων. Καθώς η ουσία του σουρεαλισμού ήταν η εξατομίκευση και η απομόνωση, κάθε καλλιτέχνης προσπαθούσε, πριν και πάνω απ'όλα, να είναι μοναδικός.
Η πρώτη ομαδική έκθεση των σουρεαλιστών πραγματοποιήθηκε το 1925 στο Παρίσι. Πήραν μέρος οι Arp, De Chirico, Ernst, Klee, Man Ray, Masson, Picasso και Pierre Roy. Την ίδια χρονιά συνδέθηκε με την ομάδα ο Yves Tanguy. Το 1957 εγκαινιάστηκε μια σουρεαλιστική γκαλερί, όπου σε μια έκθεση των μελών της ομάδας συμμετείχαν και οι Marcal Dychamp και Francis Picabia. Ο Rene Magritte ενσωματώθηκε στην ομάδα αργότερα τον ίδιο χρόνο, και ο Salvador Dali επισκέφτηκε το Παρίσι το 1928 για πρώτη φορά για να πάρει μέρος σ'αυτή την πρώτη γενιά των σουρεαλιστών.

Βιβλιογραφία:
Αντρέ Μπρετόν, Μανιφέστα του Σουρεαλισμού, Εκδόσεις Δωδώνη, 1983
Σημειώσεις Χρήστου Μιχαλόπουλου, ιστορικός τέχνης
Βικιπαιδεια ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια