Moon

  • Εκτύπωση

Ντάνκαν Τζόουνς. Πρωτοεμφανιζόμενος Βρετανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος, υιός του Ντέηβιντ Μπάουι. Σαμ Ρόκγουελ. Παλιός, έμπειρος και πολύ αξιόλογος ηθοποιός. Κλιντ Μάνσελ. Από τους πιο αξιοθαύμαστους σύγχρονους συνθέτες κινηματογραφικής μουσικής. Αυτοί οι τρεις άνθρωποι, με μαέστρο ασφαλώς τον Ντάνκαν Τζόουνς, που επινόησε το στόρυ και το κινηματογράφησε ο ίδιος, στήνουν μία θεατρική παράσταση επιστημονικής φαντασίας στη σελήνη με πρώτο βιολί τον Ρόκγουελ και συνθέτη τον Μάνσελ.

Ο Σαμ Μπελ (Σαμ Ρόκγουελ) είναι εργάτης των Lunar Industries εγκατεστημένος για λογαριασμό της εν λόγω εταιρείας για τρία χρόνια στη Σελήνη. Ο δορυφόρος του πλανήτη μας είναι ο τόπος εξόρυξης ύλης που, επεξεργάσιμη, καλύπτει το 70% της απαιτούμενης ενέργειας στη Γη. Ο Σαμ βρίσκεται μόλις λίγες βδομάδες πριν το τέλος της «θητείας» του στο μοναχικό φεγγάρι, έχοντας σαν μοναδική του συντροφιά, αυτά τα τρία χρόνια, τον Γκέρτυ (φωνή Κέβιν Σπέισι) ένα ρομπότ που τον βοηθά στην διαχείριση της εξορυχθείσας ύλης και την συντήρηση της σεληνιακής βάσης. Σταδιακά όμως ο Σαμ αρχίζει να παρατηρεί κάποια παράδοξα φαινόμενα, με αποτέλεσα να μην ξέρει αν είναι αποκυήματα της φαντασίας του ή αλήθεια.

Παρά τις προφανείς επιρροές από το «2001: Οδύσσεια του Διαστήματος» του Στάνλευ Κιούμπρικ (ο αποστειρωμένος χώρος που βρίσκεται ο χαρακτήρας μας και ο Γκέρτυ που παραπέμπει στον ΧΑΛ) ο Ντάνκαν Τζόουνς καταφέρνει να δώσει μία πολύ φρέσκια πνοή στο είδος της σκεπτόμενης επιστημονικής φαντασίας. Η ροή της ιστορίας είναι αψεγάδιαστη. Εκεί που ανασηκώνουμε τα φρύδια με απορία και αναρωτιόμαστε αν όσα βλέπουμε ανήκουν στη σφαίρα της μεταφυσικής και της «ασυνείδητης» πλευράς του φεγγαριού και του μυαλού του ήρωα μας, λίγο μετά έρχεται η απάντηση και η ανατροπή. Μικρές ευρηματικές ανατροπές που καθοδηγούν την σκέψη μας σε διαφορετικά μονοπάτια από αυτά που ήταν λίγα λεπτά νωρίτερα.

Ο προσδιορισμός «σκεπτόμενη επιστημονική φαντασία» δεν είναι τυχαίος. Το είδος αυτό είναι δύσκολο και σπάνια εκπροσωπείται επιτυχημένα. Ταινίες σαν το ΜΟΟΝ είναι ταινίες που ασχολούνται με τον ανθρώπινο νου και την ανθρώπινη ψυχολογία. Τι μπορεί να είναι αλήθεια και τι στο μυαλό μας και μόνο; Και πόσο επηρεάζει η απομόνωση και η μοναξιά μία τέτοια κατάσταση; Πως θα ήταν να γνωρίζουμε πως τελειώνει η ζωή μας πριν αυτή φτάσει όντως στο τέλος της; Σε τι ψυχολογική κατάσταση θα ήμασταν αν όντας μόνοι στο κρύο διάστημα ερχόμασταν σε πλήρη αυτοσυνειδησία του ποιοι είμαστε; To tagline της ταινίας τα λέει όλα: Moon. The last place you?d ever expect to find yourself. Εμπνευσμένο!

Οι ιδέες είναι καλές. Το ζόρι είναι όταν πρέπει να τοποθετηθούν σοφά μέσα σε μία ιστορία που καθώς εξελίσσεται τις αναπτύσσει και μας τις μεταφέρει όσο, όπως και όπου χρειάζεται για να μας κάνει ένα με αυτές. Για να μας βάλει σε διαδικασία στοχασμού των ιδεών αυτών. Εκλογίκευση γεγονότων και συναισθηματικές αντιδράσεις κατόπιν αυτών γίνονται ένα βαθύ κράμα εννοιών όπως η μοναξιά, η απόγνωση κι ο θάνατος. Η πλοκή είναι τόσο καλά χτισμένη που μας αναγκάζει να θεωρούμε, όσοι έχουμε δει την ταινία, καθήκον μας να μην αποκαλύψουμε τίποτα παραπάνω από τα όσα πραγματεύεται και παρουσιάζει η ταινία.

Το δεύτερο ζόρι είναι η επιλογή του ανθρώπου που θα υποδυθεί τον χαρακτήρα που όσα τον δούμε να βιώνει θα μας κάνει να τον παρακολουθούμε από πολύ κοντά έχοντας μεγάλη περιέργεια για το που θα καταλήξει η ιστορία του. Ο Σαμ Ρόκγουελ τα καταφέρνει. Αλλά όπως γνωρίζουμε καλά κανένας ηθοποιός, όπως και κανένας συνθέτης - εν προκειμένω ο Κλιντ Μάνσελ - δεν θα έφτανε σε αυτό το επίπεδο επίδοσης αν δεν συνεργαζόταν με έναν πραγματικά καλό σκηνοθέτη. Ο Σαμ Ρόκγουελ δίνει μία τεράστια ερμηνεία σε ένα πραγματικά εξαιρετικά απαιτητικό ρόλο. Μπορεί εκ πρώτης να μην είναι εύκολα αντιληπτό το γιατί αλλά μετά το πρώτο εικοσάλεπτο όλοι οι θεατές θα γνέψουν καταφατικά σκεπτόμενοι ότι αυτό που κάνει μόνος του ο Ρόκγουελ μπορεί να το κάνει μόνο ένας πάρα πολύ καλός ηθοποιός.

Παράλληλα ο Κλιντ Μάνσελ μας αναγκάζει (ξανά) να ασχοληθούμε με αυτόν και τις συνθέσεις του. Αν το 2006 είχε συνθέσει μακράν το καλύτερο score για την «Πηγή της Ζωής» του Ντάρεν Αρονόφσκυ (ένας από τους σπουδαιότερους νέους σκηνοθέτες) τότε μπορούμε να πούμε ότι με αυτή τη δουλειά του κατάφερε το ίδιο. Η μουσική που ακούμε στο ΜΟΟΝ μας οδηγεί, σπάνιο φαινόμενο, στο πλησιέστερο δισκοπωλείο?

Ο Ντάνκαν Τζόουνς δείχνει στόφα μεγάλου auteur με αυτή την ταινία. Μοιάζει σαν να επανεφεύρει μία κατηγορία, που οι καλοί εκπρόσωποι της μέχρι σήμερα ήταν πραγματικά ελάχιστοι. Δανείζεται λίγα στοιχεία (εικαστικά και χαρακτήρων) από το «2001» και δημιουργεί κάτι ανέλπιστα καλό. Από το πουθενά αντικρύζουμε μία σπουδαία ταινία που γυρίστηκε με ελάχιστα χρήματα μέσα σε 33 μέρες. Κι όλα αυτά γιατί ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης της σκέφτηκε ένα στόρυ που ξεφεύγει της πεπατημένης και βαδίζει σε μονοπάτια που ο θεατής, που αγαπάει το καλό σινεμά, διψάει να συναντήσει. Επιτέλους ένα τολμηρό sci-fi με μυαλό.