Los Abrazos Rotos - Ραγισμένες Αγκαλιές

  • Εκτύπωση

O Πέδρο Αλμοδόβαρ, ο πιο γνωστός και πετυχημένος Ισπανός σκηνοθέτης των τελευταίων δύο δεκαετιών, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ορισμένες αρκετά καλές και σημαντικές ταινίες, αλλά και αρκετές... υπερτιμημένες μέτριες. Η συνταγή του πάντα απλή και άνευ ρίσκου (υπό την έννοια ότι «πουλάει» εύκολα). Εμπνέεται (από) μία λαική ιστορία, της προσθέτει ορισμένα εξωφρενικά στοιχεία, από αυτά που κάνουν τους χαρακτήρες του πιο ενδιαφέροντες, την ποτίζει με λίγες σταγόνες χιούμορ και είναι έτοιμος. Κάπως έτσι συνοψίζω τον τρόπο που εργάζεται όταν «στήνει» τις ταινίες του ο Αλμοδόβαρ, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει οτι είναι ένας κακός σκηνοθέτης.

Κι ο ήρωας του στις «Ραγισμένες Αγκαλιές», είναι, με τη σειρά του, ένας καλός σεναριογράφος. Τυφλός μεν, αλλά ένας πολύ καλός εργάτης του σινεμά, με το όνομα Χάρυ Γκρέυ. Μερικά πρόσφατα γεγονότα, όπως ο θάνατος ενός γνωστού μεγιστάνα αλλά κι η εμφάνιση ενός νέου που θέλει να γράψει ένα σενάριο μαζί με τον Γκρέυ, τον ταράζουν και του επαναφέρουν στη μνήμη συμβάντα 15 ετών παλιά. Συμβάντα που είχαν να κάνουν τόσο μ?αυτόν, όσο και με την μανατζέρ του, τον αποθανόντα μεγιστάνα, τον άγνωστο νέο σεναριογράφο και φυσικά... την όμορφη Λένα (Πενέλοπε Κρουζ).

Παρότι σαν παραγωγή, από όπου και να πιάσουμε τις «Ραγισμένες Καρδιές», είτε από τεχνικής είτε από καλλιτεχνικής άποψης, όλα είναι πραγματικά άψογα, ο Αλμοδόβαρ φαίνεται πως εδώ έχασε κάπως το μέτρο όταν πρωταρχικά έγραφε το σεναριό του. Έβαλε όλη του την ενέργεια σε αυτό και κατόπιν ελάχιστη στην σκηνοθεσία. Έτσι το αποτέλεσμα είναι μία εξωφρενικά φλύαρη όσο και πολύπλοκη ιστορία αγάπης που στο τέλος ούτε παρασύρει, ούτε συγκινεί, ούτε γενικά μας οδηγεί σε κάποια συναισθηματική ταύτιση. Κάποιες ωραίες σκηνές και κάποιες άλλες μεμονωμένες καλές ατάκες ή στιχομυθίες είναι πολύ λίγες για να μην μας κάνουν να αδιαφορούμε τελικά για τα όσα συμβαίνουν.

Το παιχνίδισμα με το χρόνο, κι όλο το κόνσεπτ των «αναμνήσεων» και πως το παρελθόν του ηρωά μας τον σημάδεψε και τον κηνυγάει ακόμα και 15 χρόνια μετά, είναι πολύ επιτυχημένο, αλλά στον πυρήνα της ιστορίας δεν βρίσκεται το παρελθόν αλλά οι σχέσεις, ανομολόγητες και μη, του Χάρυ Γκρέυ με τις τότε γυναίκες της ζωής του. Σε αυτό τον τομέα ειδικά είναι που επέρχεται η καθίζηση καθώς η πολυπλοκότητα της ιστορίας είναι εφάμιλλη με πολιτικά θρίλερ θεωρίων συνομωσίας παρά με ιστορία αγάπης. Ο Αλμοδόβαρ προσπάθησε να κάνει το απλοικό του στόρυ πολύ πιο ενδιαφέρον με το να το κάνει πολύπλευρο και πολύπλοκο εκτός μέτρου. Αυτό δεν σημαίνει οτι κάποιος δεν μπορεί να «ακολουθήσει» την ιστορία αλλά απλούστατα ότι τον κουράζει εύκολα καθώς αναρωτιέται γιατί έγινε τόσος κόπος για να μετουσιωθεί μάταια μία τόσο μα τόσο απλοική ιστορία σε ένα τέτοιο κυκεώνα συγκυριών. Και σε αυτό το σημείο, αυτό που σίγουρα δεν βοηθάει την κατάσταση είναι η χρήση γνωστών κλισέ των ρομαντικών ταινιών (ο άντρας τυφλός, ταλαντούχος, βασανισμένος, ερωτευμένος με μία γυναίκα όμορφη, φιλότιμη, βασανισμένη) που προσπαθούν να στοχεύσουν κατευθείαν στην «καρδιά» μας... αλλά και πάλι εις μάτην.

Σε υποκριτικό επίπεδο, είναι όλοι υπέροχοι. Προσεγμένο καστ και μία Πενέλοπε Κρουζ που ενώ δεν βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, μιας και «οδηγός» και αφηγητής μας είναι ο Χάρυ Γκρέυ, που υποδύεται πολύ ώριμα ο Λούιθ Χόμαρ, κατορθώνει να προσπεράσει σε βαρύτητα όλους τους άλλους. Τραγική ηρωίδα με ένταση και πάθος, που πάντα η Κρουζ μπορούσε να βγάλει με την υποκριτική της δεινότητα εύκολα. Σαν μία άλλη ντίβα (η ομοιότητα με την Όντρευ Χέμπορν σε μία σκηνή είναι παροιμοιώδης) βυθίζεται στη μιζέρια και περνάει, μετά από χίλια κύματα, από το ζενίθ στο ναδίρ.

Αυτά τα «χίλια κύματα» τελικώς χαντακώνουν το φιλμ αυτό. Διότι ανέκαθεν οι πολύπλοκες ιστορίες κούραζαν το ίδιο εύκολα που ξεχνιόντουσαν μετά. Το ίδιο συμβαίνει και με τις «Ραγισμένες Καρδιές». Εξαιρετική φωτογραφία, ενδιαφέρον γύρισμα, ενδιαφέροντες χαρακτήρες, ακόμα κι όταν πολλά από όσα λένε ή κάνουν αγγίζουν ή ξεπερνούν τα όρια του εξωφρενικού, και μία πολύ δεμένη σε γενικές γραμμές ιστορία. Αλλά όπως είπαμε παραπάνω, όσο καλή δουλειά και να έχει γίνει στο σεναριακό «πλαίσιο», αυτό που μετράει είναι ο «πυρήνας», η ουσία της ιστορίας και το τι συναισθήματα κατάφερε ή όχι να μας δημιουργήσει. Εδώ αποτυγχάνουν οι «Ραγισμένες Καρδιές». Αποτυγχάνουν να μας κάνουν να ταυτιστούμε έστω και για ένα λεπτό με τα όσα παρακολουθούμε να συμβαίνουν στους ήρωες. Και πάνω από όλα αποτυγχάνουν, εκεί που οι πραγματικά σπουδαίες ταινίες του είδους πάντα πετυχαίνουν, να ανάγουν το ρηχό και απλό σε ιντριγκαδόρικο και πνευματώδες. Στοιχεία που χρειάζονται για να μας συγκινήσουν, κατά τη διάρκεια της θέασης ενός τέτοιου φιλμ, και που ακόλουθα καταφέρνουν να μας εντυπώσουν έστω μία ανάμνηση στο νου. Ο Αλμοδόβαρ εδώ κατάφερε να αποδείξει πως ακόμα και ένας αξιόλογος δημιουργός μπορεί να ξεχάσει πως το σενάριο είναι απλά το σημαντικότερο κινηματογραφικό εργαλείο πριν πας για γύρισμα κι όχι ένα έργο τέχνης από μόνο του. Αν κάποτε φάνταζε ως  ένας ανατρεπτικός δημιουργός τώρα κρίνεται ως ένας προβλέψιμος (κι άρα κακός) χρήστης της μανιέρας που τον καθιέρωσε!