Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 10 Μαΐου 2012 03:10

Mingei International Museum

Γράφτηκε από την 

«Αν τα [λαϊκά εργόχειρα και τα έργα καλλιτεχνών τα] τοποθετήσουμε δίπλα – δίπλα, παραδόξως τα έργα καλλιτεχνών δε μπορεί να υποστηριχθεί ότι είναι καλύτερα, καθώς εξαρτώνται από την προσωπικότητα του δημιουργού παρά από το χαρακτήρα του τεχνουργήματος. Αν τα ονόματα των καλλιτεχνών μας ήταν άγνωστα, θα μπορούσαν να σταθούν στο [μεταξύ τους] διαγωνισμό;» (Yanagi Sōetsu)

O γιαπωνέζος φιλόσοφος Yanagi Sōetsu υπήρξε ο εισηγητής του όρου "mingei" και ο αισθητικός θεωρητικός του ομώνυμου καλλιτεχνικού ρεύματος, που αναπτύχθηκε από τα μέσα της δεκαετίας του 1920. Το συγκεκριμένο ρεύμα, είχε ως αφετηρία το ενδιαφέρον για την αναβίωση της παραδοσιακής γιαπωνέζικης τέχνης, ως τοπική εκδήλωση μιας γενικευμένης τάσης «επιστροφής στο παρελθόν και την παράδοση», που παρατηρείται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, σε πολλές χώρες, πρώτα στην Ευρώπη και αργότερα στην Αμερική και την Ασία. Αυτή η τάση συνδέεται με μια προσπάθεια ανανέωσης των εθνικών ταυτοτήτων, αλλά και με τις αντι – μοντερνιστικές διαθέσεις που ξύπνησαν η αστική εκβιομηχάνιση και ο καταναλωτισμός. Μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ιδέες του ρεύματος Mingei έγιναν επίσημα αποδεκτές από το γιαπωνέζικο κράτος (σε βαθμό που, κατά ορισμένους, ενσωματώθηκαν στην εθνικιστική ρητορική και «φασίζουσα» κουλτούρα της Ιαπωνίας, Tansman, 2009), ώστε έφτασαν να θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος της κοινής αίσθησης της γιαπωνέζικης πολιτισμικής ταυτότητας (Brandt, 2007).

Αν και για πολλούς ταυτίζεται, λοιπόν, ως σύγχρονη καλλιτεχνική φόρμα με την εικόνα της χώρας αυτής, το εν λόγω ρεύμα κρύβει επίσης μια συγκεκριμένη φιλοσοφία και αντίληψη, με διεθνή απήχηση μάλιστα, για την τέχνη, τους λαϊκούς δημιουργούς και τεχνίτες, την αισθητική απόλαυση, και τη σύνδεσή της με την καθημερινότητα και με την ύλη. Δηλαδή, δεν αποτελεί απλά μια αισθητική θεώρηση, αλλά μια «πνευματική κίνηση»: «Το κίνημα Mingei δε μπορεί να υπάρξει χωρίς τις ηθικές και θρησκευτικές του διαστάσεις... Δεν υπαινίσσομαι ότι ένας τεχνίτης οφείλει να είναι ηθικολόγος, αλλά ότι, ως ανθρώπινο ον, η ζωή του πρέπει να βασίζεται στην πνευματικότητα [...]» (ελεύθερη μετάφραση αποσπάσματος του Yanagi,1946, στο Moeran, 1997, 29).

Ο όρος mingei είναι συντόμευση της γιαπωνέζικης φράσης "mishuteki kōgei" και αποδίδεται στα αγγλικά ως "popular craft" ή, συνηθέστερα, "folk – craft" (προσέξτε, όχι "folk – art", Blaker, 2000). Πρόκειται για (συχνά διακοσμημένα) αντικείμενα από την καθημερινότητα, κατασκευασμένα από «απλούς» τεχνίτες, δείγματα της λαϊκής τέχνης, αλλά όχι μόνο, όπως θα δούμε αμέσως παρακάτω. Ανάμεσά τους, συγκαταλέγονται, ενδύματα, έπιπλα, κεραμικά, είδη οικιακής χρήσης. Έτσι, αν και θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω τη φράση «αντικείμενα παραδοσιακής τέχνης», θα προτιμήσω εδώ τον όρο «λαϊκά τεχνουργήματα», συμβατικά, για τις ανάγκες του αφιερώματος.

Σύμφωνα με το Yanagi – ο οποίος δεν είχε μια προ – διαμορφωμένη, συγκροτημένη εκ των προτέρων προσέγγιση, που «δοκίμασε» να τεστάρει στο παράδειγμα των γιαπωνέζικων κεραμικών, αλλά βασίστηκε στην προσωπική εμπειρία που αποκόμιζε όταν «κοιτούσε» αυτά τα έργα (Moeran, 1997), οι ιδιότητες των «λαϊκών τεχνουργημάτων» (που λειτουργούν ταυτόχρονα και ως κριτήρια για το χαρακτηρισμό τους ως "mingei") μπορούν να συνοψιστούν επιγραμματικά στα εξής σημεία (Yanagi στο Adamson, 2010):

  • Είναι (απαραιτήτως) χρηστικά αντικείμενα
  • Είναι (συνήθως) χειροποίητα
  • Έχουν κατασκευαστεί σε μεγάλη ποσότητα
  • Από απλούς, ανώνυμους τεχνίτες ή ομάδες τεχνιτών – λαϊκών δημιουργών (συντεχνίες)
  • Διατίθενται σε χαμηλή τιμή
  • Με σκοπό να εξυπηρετούν τις καθημερινές ανάγκες της μάζας του λαού
  • Η μαζική παραγωγή τους υπαγορεύει μια επαναλαμβανόμενη πρακτική, οπότε δεν είναι «φτιαγμένα» με έμμονη προσήλωση στην «ομορφιά», αλλά κυριαρχούν τα απλά και φυσικά μοτίβα
  • Αντιπροσωπεύουν την περιοχή στην οποία δημιουργήθηκαν

Η ομορφιά των «λαϊκών τεχνουργημάτων» πηγάζει από και εντοπίζεται στην ίδια τη χρήση τους, είναι η ομορφιά «της οικειότητας», που αντιπαραβάλλεται στην ομορφιά των εικαστικών έργων, τα οποία «προορίζονται για εικονική χρήση» (δηλαδή είναι φτιαγμένα για να τα κοιτάμε). H «χρήση» δε γίνεται αντιληπτή ως αμιγώς υλιστική: «Τα "καλά" μοτίβα "επαυξάνουν" τη λειτουργία αυτών των "εργαλείων". Γίνονται οργανικό μέρος της χρήσης τους» (Yanagi στο Adamson, 2010). Οπότε, και η αισθητική απόλαυση αποτελεί όψη της χρηστικότητάς των αντικειμένων.

Όσον αφορά τους τεχνίτες, τους δημιουργούς των λαϊκών τεχνουργημάτων, όχι μόνο μπορούν να θεωρηθούν αληθινοί καλλιτέχνες, αλλά είναι «πιο αγνοί» και λιγότερο εγωιστές, από εκείνους, των οποίων το έργο είναι διαποτισμένο και κυριαρχείται από την προσωπικότητά τους. Ο Yanagi αντιπαραβάλλει την ατομικότητα με την παράδοση, διακηρύσσοντας ότι η δεύτερη είναι πιο κοντά στη φύση. Υποστηρίζει για τους τεχνίτες ότι: «Μπορεί να είναι αγράμματοι, και να τους λείπει η δύναμη της προσωπικότητας, αλλά δεν είναι αυτές οι πηγές της ομορφιάς. Εναπόκεινται στο προστατευτικό χέρι της φύσης. Η ομορφιά των εργόχειρων προέρχεται από την εξάρτηση στην Άλλη Δύναμη ["Other Power", "tariki"]. Φυσικά υλικά, φυσική διαδικασία [παραγωγής], και δεκτική καρδιά – αυτά είναι τα απαραίτητα στοιχεία για τη δημιουργία τους.» (Yanagi στο Adamson, 2010) Η ταπεινότητα, η αναφορά και η ταυτόχρονη προσφορά του δημιουργού στον εξωτερικό αντί στον εσωτερικό κόσμο, θεωρείται ουσιώδης. Εδώ, ο Yanagi εισάγει την έννοια "tariki" του Βουδισμού (όπως εξελίχθηκε στην Ιαπωνία), που σημαίνει «με εξωτερική βοήθεια», δηλαδή με τη βοήθεια του Βούδα, ο οποίος «βρίσκεται στις προσπάθειες των άλλων ανθρώπων και στα πράγματα που μας περιβάλλουν», (οδηγώντας στη δύναμη της αναγνώρισης, θα μπορούσαμε να πούμε απλουστευτικά, σε αντίθεση με την έννοια "jiriki", που υποδηλώνει την εσωτερική δύναμη της αυτογνωσίας, η οποία προκύπτει από «την ατομική προσπάθεια του ίδιου του ανθρώπου», Guruge, 2004, Reynolds, 2002).

Μετά από αυτά, θα είσαστε μάλλον υποψιασμένοι ότι, το τρίτο αφιέρωμα των «Άμπαλονς» αφορά κάποιο μουσείο που ασχολείται με αντικείμενα τα οποία χαρακτηρίζονται "mingei", δηλαδή με λαϊκά τεχνουργήματα. Πρόκειται για το Mingei International Museum, η αποστολή του οποίου, πιο συγκεκριμένα, είναι «η κατανόηση και η εκτίμηση της τέχνης των ανθρώπων, από όλες τις κουλτούρες του κόσμου• αυτή η τέχνη μοιράζεται μια άμεση απλότητα και αντικατοπτρίζει τη χαρά της δημιουργίας, με το χέρι, χρηστικών αντικειμένων, αιώνιας ομορφιάς, που ικανοποιούν το ανθρώπινο πνεύμα. Το Μουσείο συλλέγει, συντηρεί και εκθέτει, αυτά τα τεχνουργήματα της καθημερινής ζωής – από ανώνυμους τεχνίτες της αρχαιότητας• από παραδοσιακές κουλτούρες του παρελθόντος και του παρόντος• και από διαχρονικούς και σύγχρονους καλλιτέχνες» (ελεύθερη μετάφραση από MIM Website, 2012). Εντούτοις, το αν είναι ένα εναλλακτικό διεθνές μουσείο λαογραφίας, που αντιλαμβάνεται με εντελώς ριζοσπαστικό τρόπο τον υλικό πολιτισμό, ή απλά ένα εκσυγχρονισμένο μουσείο παραδοσιακών τεχνών, θα το εξετάσουμε στο τέλος, αφού πρώτα δούμε το περιβάλλον και το ιστορικό υπόβαθρο του κτιρίου όπου φιλοξενείται.

Το Mingei International Museum (MIM) έχει την έδρα του εντός του πάρκου Balboa, στο San Diego της Νότιας Καλιφόρνια, την όγδοη σε πληθυσμό μεγαλούπολη των Ηνωμένων Πολιτειών. Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι, το 36% των κατοίκων του San Diego δεν είναι «λευκοί» (U.S. Census, 2010), ενώ η πολιτεία της Καλιφόρνια έχει το δεύτερο υψηλότερο δείκτη ετερότητας, που αγγίζει το 73 (αυτό σημαίνει ότι η πιθανότητα να έχουν διαφορετική πολιτισμική προέλευση δύο άτομα που επιλέγονται τυχαία από τον πληθυσμό της περιοχής, είναι 73%, USA Today Census, 2010). Το Balboa Park βρίσκεται στο ευρύτερο κέντρο της πόλης, έχει έκταση τεσσάρων χιλιάδων εννιακοσίων στρεμμάτων, έχει χαρακτηριστεί Εθνικός Ιστορικός Τόπος (National Historic Landmark) από το 1977, και αποτελεί ένα από τα παλαιότερα πάρκα αναψυχής των Ηνωμένων Πολιτειών, περιλαμβάνοντας ανοιχτούς χώρους, κήπους, περιπατητικά μονοπάτια, καταστήματα εστίασης, μουσεία, θέατρα, ιστορικά μνημεία, καθώς και το Ζωολογικό Κήπο.

Balboa-MapΕικόνα 2 - Χάρτης του San Diego με τη θέση του Balboa Park (ανάκτηση από Google Maps, Μάιος 2012)
Η περιοχή είχε ήδη κηρυχτεί ως πάρκο από το 1872, και το 1909 ξεκίνησε ο σχεδιασμός του, προκειμένου να φιλοξενήσει τη διεθνή έκθεση Panama California Exposition, για τον εορτασμό της ολοκλήρωσης κατασκευής της διώρυγας του Παναμά (Panama Canal). Υπεύθυνος του σχεδιασμού του πάρκου ήταν ο αρχιτέκτονας Bertram Goodhue, ο οποίος αναζητώντας ένα διακριτό τοπικό αισθητικό ύφος, κατέληξε στη δημιουργία της Ισπανικής Αποικιακής Αναγεννησιακής Αρχιτεκτονικής (Spanish Colonial Revival Style), που γνώρισε μεγάλη διάδοση στη Βόρεια Αμερική, ειδικά κατά τη διάρκεια των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Αυτό το αρχιτεκτονικό ύφος αναδείκνυε αφηγηματικές συνδέσεις με το περιβάλλον, και κατέστη κυρίαρχο και αντιπροσωπευτικό της λαϊκής αρχιτεκτονικής στην νότια περιφέρεια των ΗΠΑ. Συνδύαζε λεπτομέρειες από τα αρχιτεκτονικά ιδιώματα των Mission Revival Style (τα οικήματα είχαν χαμηλές στέγες κεραμιδιών και προβαλλόμενες μαρκίζες, απλώνονταν γύρω από μια εσωτερική αυλή, με υπαίθριες τοξωτές στοές), Pueblo Revival Style (που προσπαθούσε να μιμηθεί την εμφάνιση των παραδοσιακών πλίνθινων κατασκευών, χρησιμοποιώντας σύγχρονα υλικά, όπως τούβλο, μπετόν και στόκο) και American Craftsman Style (που ενθάρρυνε την απλότητα της φόρμας, τη χρήση τοπικών φυσικών υλικών και την προβολή της χειροποίητης δημιουργίας).

Η Διεθνής Έκθεση κατέλαβε όλο το Πάρκο, με διάφορες κατασκευές και εκθέσεις, και διήρκησε από το Μάρτιο του 1915 μέχρι τον Ιανουάριο του 1917, έχοντας τρία εκατομμύρια επτακόσιες χιλιάδες επισκέπτες συνολικά. Όταν ολοκληρώθηκε, υπήρξε συζήτηση για την κατεδάφιση των προσωρινών εγκαταστάσεων, αλλά τελικά, κυριάρχησε η άποψη της διατήρησής των περισσότερων. Ανάμεσα στα ιστορικά μνημεία που εξακολουθούν να υπάρχουν είναι η Γέφυρα Cabrillo, το Κτίριο Διοίκησης της Έκθεσης (Administration Building) που σήμερα φιλοξενεί το Μουσείο του Ανθρώπου (San Diego Museum of Man), το Καμπαναριό της Καλιφόρνια (California Bell Tower) και το Κτίριο Ινδιάνικων Τεχνών (Indian Arts Building).

Επίσης, το 1935, το Balboa Park φιλοξένησε τη δεύτερη διεθνή έκθεση, με τίτλο California Pacific International Exposition, με σκοπό την προβολή της πόλης και την αναζωογόνηση της οικονομίας της. Την αναδιαμόρφωση του πάρκου επιμελήθηκε ο αρχιτέκτονας Richard S. Requa. Εκατοντάδες εκθέματα ιστορίας, τέχνης, φυτοκομίας, επιστήμης, βιομηχανίας παρουσιάστηκαν. Αρχιτεκτονικά δείγματα αυτής της περιόδου διατηρήθηκαν και πάλι, όπως το θέατρο Old Globe.

Plaza-de-Panama-MapΕικόνα 3 - Η Plaza de Panama στο Balboa Park, πλησίον της οποίας βρίσκεται το ΜIM (δεξιά μεριά, ανάκτηση από Google Maps, Μάιος 2012) 

Το Mingei International Museum, λοιπόν, στεγάζεται στο ανακατασκευασμένο House of Charm, κοντά στην «πλατεία του Παναμά» (Plaza de Panama), το οποίο χρησιμοποιήθηκε και στις δύο διεθνείς εκθέσεις. Η πρώτη του ονομασία ήταν "Mining Building", καθώς φιλοξενούσε έκθεση σχετικά με τον ορυκτό πλούτο της περιοχής. Το 1915 μετονομάστηκε σε "Indian Arts Building", το 1916 σε "Russian & Brazil Building", και το διάστημα 1917 – 1922 σε "Science of Man Building". Κατά τη διάρκεια της δεύτερης διεθνούς έκθεσης, μετονομάστηκε ξανά, σε "House of Charm", και φιλοξένησε εκθέσεις σχετικά με τη γυναικεία ένδυση, τα κοσμήματα, τα καλλυντικά και τα αρώματα, ενώ το 1936, πήρε τον τίτλο "Palace of International Arts", με εκθέσεις πολύτιμων λίθων και τεχνουργημάτων από διάφορα μέρη του κόσμου. Τις επόμενες δεκαετίες χρησιμοποιήθηκε από διάφορες οργανώσεις, μέχρι που, το 1989 κατεδαφίστηκε, καθώς η κτιριακή δομή είχε υποστεί προχωρημένες φθορές από το χρόνο, και ανακατασκευάστηκε, με την ίδια εμφάνιση και εξωτερική διακόσμηση.

House-of-CharmΕικόνα 4 - Το "House of Charm" όπου στεγάζεται το Mingei International Museum (ανάκτηση από Flickr Profile "Anosmia", Μάιος 2012) 

Το Mingei International Museum ιδρύθηκε το Μάιο του 1978, ως μη κερδοσκοπικός οργανισμός, στεγάστηκε αρχικά στο University Towne Centre, μέχρι το 1996 (οπότε μεταφέρθηκε στο House of Charm), και η πρώτη έκθεση που οργάνωσε είχε θέμα κούκλες και παιχνίδια από διάφορα μέρη του κόσμου ("Tolls & Folk Toys of the World"). Ας σημειωθεί ότι, το έργο της διοίκησης του μουσείου συνεπικουρείται από Διεθνή Συμβουλευτική Επιτροπή (International Advisory Board), με μέλη από δεκαπέντε χώρες.

Οι συλλογές του αριθμούν περισσότερα από δεκαεννιά χιλιάδες αντικείμενα, που χρονολογούνται από το 3ο αιώνα π.χ. μέχρι σήμερα, και προέρχονται από εκατόν σαράντα μία χώρες. Οι συλλογές του μουσείου ταξινομούνται σε επιμέρους ομάδες, βάσει γεωγραφικών και πολιτισμικών κριτηρίων: από το Μεξικό, την Ινδία, την Κίνα, την Ιαπωνία, την Ινδονησία, την Αφρική, τη Μέση Ανατολή, τις ΗΠΑ, και τους Προ – κολομβιανούς πολιτισμούς. Οι τύποι των αντικειμένων που περιλαμβάνουν είναι: θρησκευτικές εικόνες (retablos), υφάσματα, χαλιά, εσάρπες, παραδοσιακές ενδυμασίες, μάσκες, κουζινικά/ μαγειρικά σκεύη, καλάθια, πήλινα αντικείμενα, ξυλόγλυπτα, κούκλες, μαριονέτες, παιχνίδια, έπιπλα, εργαλεία, κοσμήματα. Εκτός από τα παραπάνω το MIM διαθέτει μια τεράστια βιβλιοθήκη τέχνης, καθώς και εκτεταμένο αρχείο οπτικοακουστικού υλικού.

Το MIM διαθέτει έξι εκθεσιακές αίθουσες, αλλά αντί για μόνιμη έκθεση, οργανώνει μόνο περιοδικές εκθέσεις παρουσίασης τμημάτων των συλλογών του, ή κινούμενες εκθέσεις, σε συνεργασία με άλλους φορείς και μουσεία. Παραδείγματα θεματικών εκθέσεων είναι: «Μπουκάλια Τεκίλας» ("Tequila Bottles", Αύγουστος 2010 – Ιανουάριος 2011), «56 Κινέζικα Κουτιά για Καπέλα & 1 Καπέλο» ("Fifty Six Chinese Hat Boxes – And One Hat!", Οκτώβριος 2009 – Ιούλιος 2010), «Τεχνητά Αρμαντίλο» ("Artful Armadillos", Απρίλιος – Αύγουστος 2008), «Σύμπαν από Χάντρες» ("The Beaded Universe: Strands of Culture", Οκτώβριος 2001 – Ιανουάριος 2002), «Το Άλογο στην Παραδοσιακή Τέχνη» ("The Horse in Folk Art", Ιούλιος 1984 – Ιανουάριος 1985).

Tequila-ExhibitΕικόνα 5 - Από τις εργασίες απεγκατάστασης της έκθεσης "Μπουκάλια Τεκίλας", που οργανώθηκε το 2011 (ανάκτηση από MIM Facebook Profile, Μάιος 2012) 

Παραδείγματα εκθέσεων που επικεντρώνονται στην ανάδειξη της καλλιτεχνικής δραστηριότητας συγκεκριμένων κουλτούρων είναι: «Ανάμεσα στη Δύση & την Ανατολή: Θησαυροί παραδοσιακής τέχνης από τη Ρουμανία» ("Between East & West: Folk Art Treasures of Romania, Αύγουστος 2010 – Απρίλιος 2011), «Νομαδική Κληρονομιά: Σκηνές & Υφάσματα από την Κεντρική Ασία και το Ιράν» ("Nomadic Legacy", Οκτώβριος 2008 – Αύγουστος 2009), «Ασήμι & Μετάξι: Υφάσματα & Κοσμήματα από την Κίνα» ("Silver & Silk: Textiles & Jewelry from Guizhou, China", Απρίλιος – Οκτώβριος 2007), «Βασική Τέχνη από το Αρχιπέλαγος της Ινδονησίας» ("Elemental Art of the Indonesian Archipelago", Μάιος 2004 – Απρίλιος 2006), «Το Μάτι & το Χέρι: Λαϊκά Εργόχειρα από το Μαρόκο» ("The Eye & the Hand: Traditional Crafts of Morocco", Δεκέμβριος 1996 – Μάιος 1997), «Παραδοσιακή Τέχνη από τη Σοβιετική Ένωση: Εικόνες από την πλούσια πολιτισμική ετερότητα από τις δεκαπέντε Δημοκρατίες» ("Folk Art of the Soviet Union: Reflections of a rich cultural diversity of the fifteen Republics", Οκτώβριος 1989 – Ιανουάριος 1990).

Folk-Art-Treasures-of-RomaniaΕικόνα 6 - Σκαλιστό μπαούλο, έκθεμα στην έκθεση «Ανάμεσα στη Δύση & την Ανατολή: Θησαυροί παραδοσιακής τέχνης από τη Ρουμανία», που οργανώθηκε το 2011 (ανάκτηση από επίσημη ιστοσελίδα MIM, Μάιος 2012) 

Άλλες εκθέσεις που ξεχωρίζουν ως ενδεικτικές της διαπολιτισμικής προσέγγισης του μουσείου είναι οι επόμενες: «Τελετές & Τελετουργίες: Θρησκευτική Τέχνη από Διάφορες Κουλτούρες – Επιλεγμένα Έργα από τη Συλλογή του Μουσείου» ("Rite & Ritual", Σεπτέμβριος 2009 – Ιούνιος 2010), «Φόρμες σε Ξύλο & Ίνα: Μια ζωηρή συζήτηση», ("Forms In Wood & Fiber", Ιανουάριος 2008 – Μάρτιος 2009), «Η Τέχνη του Παιχνιδιού: Κινητικά παιχνίδια από τον κόσμο» ("Art of Play: Kinetic Toys of the World"), «Διαχρονικό Γυαλί» ("Timeless Glass: From Byzantine to Dale Chihuly", Σεπτέμβριος 2005 – Ιούλιος 2006), «Κούκλες: Καθρέπτες της Ανθρωπότητας» ("Dolls: Mirrors of Humanity", Αύγουστος 1997 – Ιανουάριος 1999), «Διαπολιτισμικό Μωσαικό: Επιλογές από τη Μόνιμη Συλλογή» ("A Transcultural Mosaic", Ιανουάριος 1997 – Ιανουάριος 1998, Φεβρουάριος – Ιούλιος 1989), «Μάσκες από τον Κόσμο: Τα άλλα μας πρόσωπα» ("Masks of the World: Our Other Faces", Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1995), «To Σύμβολο της Γέννησης στη Γυναικεία Παραδοσιακή Τέχνη» ("The Birth Symbol in Traditional Women's Art", Απρίλιος – Ιούλιος 1987).

Forms-In-Wood--FiberΕικόνα 7 – Από την έκθεση «Φόρμες σε Ξύλο & Ίνα: Μια ζωηρή συζήτηση», που οργανώθηκε το 2009 (ανάκτηση από επίσημη ιστοσελίδα MIM, Μάιος 2012) 

Συνοψίζοντας, το Mingei International Museum είναι ένας πολιτιστικός οργανισμός με «κοσμοπολίτικη αντίληψη», πέρα από τη συμβατική διάκριση σε υψηλή και λαϊκή τέχνη, δείχνοντας να έχει προσαρμόσει μια πιο ανοιχτόμυαλη και συνθετική μουσειακή πολιτική, που λαμβάνει υπόψη, τουλάχιστον, τις διαφορετικές πολιτισμικές ανάγκες του ετερογενούς πληθυσμού της πόλης.

Δε μπορώ να αποφανθώ αν το παράδειγμα διαπολιτιστικής πολιτικής στο San Diego είναι το ιδανικότερο, αλλά σίγουρα, μπορεί να μας προβληματίσει, για το πώς αντιμετώπιζουμε το "ξένο" εδώ... Η ελληνική επικαιρότητα, μάλιστα, αναδεικνύει το πόσο κατεπείγον είναι να πάρουμε θέση, να παρέμβουμε για την αλλαγή των νοοτροπιών, των στερεότυπων, των προτύπων συμπεριφοράς και των πολιτικών, τόσο οι άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων, όσο και τα πολιτιστικά ιδρύματα.

Προτάσεις
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα

Πηγές

Σύνδεσμοι εικόνων

 

Εύη - Μαρία Πιτσιάβα

Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το 1986. Είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Πολιτισμικής Τεχνολογίας & Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης στην Πολιτιστική Διαχείριση (Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων & Πολιτισμού, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών) και υποψήφια διδάκτορας Μουσειολογίας (του Πανεπιστημίου Αιγαίου, με υποτροφία εσωτερικού του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών). Έχω συμμετάσχει σε ερευνητικές ομάδες από το 2006, για τη μελέτη των παραδοσιακών επαγγελμάτων της Λέσβου, για τη μουσειακή χρήση των οπτικοακουστικών μέσων, για τα εκπαιδευτικά προγράμματα των μουσείων, και για τους επισκέπτες των ευρωπαϊκών εθνικών μουσείων. Έχω απασχοληθεί στη διοργάνωση εκθέσεων και εκδηλώσεων, καθώς και ως εκπαιδεύτρια ενηλίκων, σε Δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης.