Η τέχνη της Αναγέννησης άφησε έναν μεγάλο αριθμό σημαντικών έργων και καλλιτεχνών στην ιστορία της τέχνης καθώς και εικονιστικές προσεγγίσεις απαράμιλλης ομορφιάς και γοητείας μέσα στην απλότητα που ενέπνευσαν τα έργα της αρχαιότητας.
Η περίοδος του μοντερνισμού (1910-1930) είναι μια περίοδος αναταραχής, σύγκρουσης και αμφισβήτησης των παγιωμένων αξιών που εντοπίζεται σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης, προωθώντας νέες, πρωτοποριακές, ακραίες και πολλές φορές αμφιλεγόμενες προτάσεις οι οποίες έφεραν επανάσταση στο σύγχρονο, αλλά και και στο μεταγενέστερο, ιδεολογικό και αισθητικό, περιβάλλον.
Η γλυπτική είναι η αρχαιότερη και πιο καθολική τέχνη. Ο προορισμός της αρχικά ήταν θρησκευτικός και αργότερα μνημειακός και διακοσμητικός, ενώ από τις απαρχές της συνδέεται στενά με την ανθρώπινη μορφή. Από τα τέλη του 19ου αιώνα η ιστορία της γλυπτικής σηματοδοτείται από μια διαδοχή ρήξεων, που έχουν δύο σημαντικές συνέπειες: μια δύσκολη πρόσληψη από το κοινό και μια εξαιρετική ανανέωση καθ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα.
Ο Γαλλικός ακαδημαϊκός ορθολογισμός του 19ου αιώνα υποστήριζε και προωθούσε την καλλιτεχνική έκφραση ως ένα είδος "avant- garde" τέχνης κυρίως ανάμεσα στην ελίτ της κοινωνίας σε ολόκληρο τον Ευρωπαϊκό χώρο. Από τα τέλη του 19ου αιώνα κάνει την εμφάνισή της η αισθητική της τέχνης. Είναι το φιλοσοφικό ρεύμα που εξετάζει αισθητικά το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα ενός έργου. Αυτού του είδους η ακαδημαϊκή ορθοδοξία η οποία σχετίζεται με την επίσημη αποδοχή ή απόρριψη των έργων τέχνης ξεκινά να αλλάζει ριζικά τα δεδομένα στην τέχνη.
Το βιβλίο αποτελεί ένα αντικείμενο της καθημερινής ζωής, τμήμα του υλικού πολιτισμού, και ως εκ τούτου δεν πρέπει να αποκόπτεται από το ευρύτερο ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό περιβάλλον του γιατί τότε υπάρχει κίνδυνος να μην γίνουν διακριτοί οι λόγοι που επέβαλλαν τη δημιουργία του, οι αισθητικές προτιμήσεις του σύγχρονου του κοινού και η εξέλιξή του μέσα στο χρόνο, κάτι που ισχύει, άλλωστε και για όλα τα έργα τέχνης.
Η έννοια του τοπίου θεσμοθετεί τη συμβατική αντικειμενικοποίηση του περιβάλλοντος. Τα διάφορα λεξικά αντανακλούν αυτήν τη στάση, δίνοντας, κατά κανόνα, έναν ορισμό του τοπίου (landscape) τέτοιον που να συνάδει με την ετυμολογία της αγγλικής λέξης: «φυσική έκταση που μπορεί να γίνει αντιληπτή με μία ματιά». Ένας τέτοιος απλοϊκός ορισμός περικλείει όλων των ειδών τις δυνατές παραδοχές, μεταξύ των οποίων ότι το τοπίο είναι κάτι ορατό, έχει όρια και απέχει από εμάς.
Ουίλλιαμ Τζόζεφ Μάλλορντ Τέρνερ, (William Joseph Mallord Turner). Άγγλος ζωγράφος, γεννήθηκε στο Λονδίνο 1775, στη λαϊκή συνοικία του Κόβεν Γκάρντεν όπου ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του κομμωτή. Από πολύ μικρή ηλικία έδωσε δείγματα ενός πρόωρου ταλέντου, σχεδιάζοντας επιτυχημένα αντίγραφα από εικόνες περιοδικών ή χρωματίζοντας χαλκογραφίες. Οι επιδόσεις του Τέρνερ, που μόλις 9 ετών αμειβόταν από γνωστούς του πατέρα του, έδειξαν το δρόμο που θα έπρεπε να ακολουθήσει το παιδί θαύμα.
Άγγλος ζωγράφος, γεννήθηκε στο Ηστ Μπέργκχολτ, χωριό της αγροτικής περιοχής του Σάφολκ (1776). Πέθανε στο Λονδίνο το 1837 σε ηλικία 61 ετών. Ο πατέρας του, εύπορος κτηματίας της κοιλάδας του Ντέντχαμ, προόριζε τον νεαρό Τζων για την αποδοτική εκμετάλλευση της γης, που αποτελούσε παράδοση της οικογένειας. Μπροστά στην επιμονή του γιού του να ακολουθήσει τις καλλιτεχνικές του κλίσεις, υποχώρησε. Το 1799, ο Κόνσταμπλ σπούδασε την τέχνη της ζωγραφικής στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, με καθηγητή τον Τζόζεφ Φάρινγκτον. Περισσότερο τον γοήτευε η τοπιογραφία.
Eugene Delacroix, Γάλλος ζωγράφος και χαράκτης (Σαίν-Μωρίς Σαραντόν 1798-Παρίσι 1863). Ήταν ο αρχηγός της γαλλικής ρομαντικής σχολής και μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Γιός αντιπροσώπου της Συμβατικής και διπλωμάτη στην εποχή του Διευθυντηρίου, έλαβε επιμελημένη λογοτεχνική εκπαίδευση, που έδωσε αριστοκρατική λεπτότητα στο πνεύμα του και σε όλη την προσωπικότητά του. Στο εργαστήριο του ακαδημαϊκού δασκάλου του Γκερέν γνώρισε τον Τεοντόρ Ζερικώ και συνδέθηκε μαζί του με αδελφική φιλία. Γρήγορα όμως εγκατέλειψε το εργαστήριό του, από αντίδραση προς την κλασική τεχνοτροπία του δασκάλου του.
Jean- Baptiste Camille Corot, Γάλλος ζωγράφος που γεννήθηκε στο Παρίσι το 1796 και πέθανε στο Παρίσι το 1875. Μαθήτευσε τρία χρόνια στο εργαστήριο του Ζαν Βικτόρ Μπερτέν και παράλληλα ζωγράφισε στα περίχωρα του Παρισιού, στο δάσος του Φονταινεμπλώ και στη Νορμανδία. Το 1825 έφυγε για την Ιταλία που παρέμεινε σχεδόν τρία χρόνια, μετακινούμενος μεταξύ Ρώμης, Τέρνι, Αλμπάνο, Μαρίνο, Φρασκάτι, Νεαπόλεως και Βενετίας. Το 1827 εξέθεσε στο παρισινό Σαλόν την άποψη της «Γέφυρας του Νάρνι» σε ένα πίνακα που είχε χάσει τη δροσιά των πρώτων σχεδίων, αλλά ικανοποιούσε τις συμβατικές αντιλήψεις των επίσημων κύκλων.